Η 26η Οκτώβρη, η συγκυβέρνηση και το ευρώ

Τα τελευταία γεγονότα στην Ελλάδα και την Ευρώπη, μας δείχνουν ότι συνεχίζουμε να βρισκόμαστε στο  «μεταίχμιο» δυο καθοριστικών διαδικασιών.

Στο μεταίχμιο της ταχύτατης μετατροπής της ελληνικής, ευρωπαϊκής και διεθνούς καπιταλιστικής κρίσης με επίκεντρο το χρέος, σε μια ανεξέλεγκτη κρίση χρεοκοπιών, αλλά και κατάρρευσης του ευρώ.

Στο μεταίχμιο, επίσης, της μετατροπής της σημερινής προεπαναστατικής κατάστασης στην Ελλάδα – όπως έχουμε τονίσει όχι με μια ομαλή, ευθύγραμμη πορεία, αλλά αναπόφευκτα σε μια πορεία με πισωγυρίσματα, αντιφάσεις και διαλλείματα – σε μια ανοιχτά επαναστατική κατάσταση.

Αυτοί οι δύο παράγοντες, δηλαδή το βάθεμα της κρίσης και τα επαναστατικά συμπτώματα στην κοινωνία, καθορίζουν το περιεχόμενο των τελευταίων ραγδαίων πολιτικών εξελίξεων στο αστικό πολιτικό εποικοδόμημα. Οι ιδιαίτεροι χειρισμοί της τρόικας, της Μέρκελ και του Σαρκοζί, του απερχόμενου έλληνα πρωθυπουργού και της ηγεσίας της ΝΔ, σε τελική ανάλυση καθορίζουν μόνο τη μορφή αυτών των εξελίξεων.

Υπάρχει όμως και ένας ακόμα, τρίτος, καθοριστικός παράγοντας για τις εξελίξεις συνολικά στην ελληνική κοινωνία. Αυτός είναι η απουσία μιας αποφασιστικής επαναστατικής ηγεσίας στο ελληνικό εργατικό κίνημα και την Αριστερά. Αυτή είναι η αιτία για την οποία, ενώ η άρχουσα τάξη της Ελλάδας βρίσκεται σήμερα αντικειμενικά στο μεγαλύτερο οικονομικό και πολιτικό αδιέξοδο της πρόσφατης ιστορία της, μπορεί να γαντζώνεται ακόμα με σιγουριά στην εξουσία, έχοντας την πολυτέλεια να διαπραγματεύεται διάφορα κυβερνητικά σχήματα και σενάρια, στην απελπισμένη της απόπειρα να επιβάλει σταθερότητα στο σύστημά της.

Η συμφωνία της 26ης Οκτωβρίου

Η συμφωνία της 26ης Οκτωβρίου στην Σύνοδο Κορυφής είναι στο επίκεντρο των πολιτικών εξελίξεων. Αυτό μας επιβάλει να δούμε πολύ συνοπτικά τι συνιστούσε στην ουσία της αυτή η συμφωνία και ποιες συνέπειες θα έχει η εφαρμογή της.

1)  Η συμφωνία προβλέπει την ελεγχόμενη - δηλαδή με τη συναίνεση των ιδιωτών δανειστών, κατόχων ομολόγων (κύρια τραπεζών) - μερική χρεοκοπία της Ελλάδας, δηλαδή μια ελεγχόμενη διαγραφή χρέους (ή αλλιώς «κούρεμα») που επιβάλλεται από τα πράγματα, γιατί η Ελλάδα "τρέχει" προς τη χρεοκοπία και οι ιδιώτες δανειστές κινδυνεύουν να μην πάρουν τίποτα από τα ομόλογά που έχουν στα χέρια τους.

Με τη συμφωνία διασφαλίζουν ότι θα πάρουν το 50% της αξίας ομολόγων που μέρα με τη μέρα χάνουν την αξία τους και μετατρέπονται σε σκουπίδια.

2) Από τη μερική διαγραφή χρέους εξαιρούνται τα δάνεια της τρόικας, τα ομόλογα που κατέχει η ΕΚΤ και όσοι έχουν στα χέρια τους έντοκα γραμμάτια του Δημοσίου, δηλαδή έχουν κάνει βραχυπρόθεσμο δανεισμό στο ελληνικό κράτος. Αυτό αποτελεί σκάνδαλο, καθώς, για παράδειγμα, η ΕΚΤ με κύριους εταίρους τη Γαλλία και την Γερμανία, την προηγούμενη περίοδο συγκέντρωνε στα χέρια της ομόλογα της Ελλάδας αγοράζοντάς τα από τους κατόχους τους στο 40 με 50% της αρχικής αξίας τους και τώρα διατηρεί το δικαίωμα της είσπραξής του 100%, καρπωνόμενη μεγάλα κέρδη από αυτή τη διαφορά.   

Άρα δεν προβλέπεται μια γενική διαγραφή χρέους κατά 50%, αλλά διαγραφή μόνο της αξίας ενός μέρους των ομολόγων κατά 50%. Αυτό σημαίνει ότι τυπικά θα έχουμε διαγραφή χρέους συνολικά κατά περίπου 30%. Δηλαδή από το ελληνικό χρέος που είναι σήμερα περίπου 370 δις ευρώ, προβλέπεται να διαγραφούν 100 δις ευρώ. Όμως επειδή θα υποστούν διαγραφή και τα ομόλογα που κατέχουν οι ελληνικές τράπεζες και τα ελληνικά ασφαλιστικά ταμεία που θα πρέπει να ενισχυθούν για τις απώλειες του από το κράτος, η καθαρή μείωση του χρέους θα αφορά ένα ποσό περίπου 60 δις ευρώ, δηλαδή μόλις 20% του σημερινού χρέους.

Με μια ύφεση που κινείται φέτος με 7% και γίνεται όλο και πιο βαθειά ανεβάζοντας μέρα με τη μέρα το έλλειμμα και το χρέος, η διαγραφή χρέους κατά 20% είναι αναιμική. Απλά αναβάλει για λίγο την εμφάνιση μιας συνολικής αδυναμίας πληρωμών ή αλλιώς μιας ανεξέλεγκτης χρεοκοπίας της Ελλάδας.

3) Η συμφωνία μερικής διαγραφής χρέους αποκαλύπτει τη συνειδητή πολιτική απάτη σε βάρος των εργαζόμενων από την κυβέρνηση, την τρόικα και γενικότερα τους εκφραστές του καπιταλισμού στην Ελλάδα και διεθνώς. 

Αποδεικνύει ότι η πολιτική των απανωτών φόρων, οι δραστικές μειώσεις μισθών και συντάξεων, οι απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων και οι καταιγιστικές περικοπές κοινωνικών δαπανών είναι μια ταξική επιλογή. Η κυβέρνηση και η τρόικα δεν έκαναν λάθος, δεν είχαν τάχα μια αναποτελεσματική συνταγή. 

Συνειδητά επιτέθηκαν για να φορτώσουν τα βάρη της κρίσης του καπιταλισμού στην εργατική τάξη και τους μικροαστούς και να μετριάσουν τις συνέπειες για τις τράπεζες, τις μεγάλες εταιρείες και τον καπιταλισμό σαν σύνολο. Όταν πριν 2 χρόνια διαβεβαίωναν ότι η οποιαδήποτε διαγραφή χρέους θα ήταν μια καταστροφή, έλεγαν συνειδητά ψέματα. Καταλάβαιναν πολύ καλά ότι το ελληνικό χρέος δεν μπορούσε να εξυπηρετηθεί. Αλλά αυτό που ήθελαν ήταν να κερδίσουν χρόνο ώστε να περάσουν όσα περισσότερα αντιδραστικά μέτρα σε βάρος της εργαζόμενης πλειοψηφίας, πριν προχωρήσουν σε κάποιου είδους διαγραφή χρέους. 

4) Η συμφωνία προβλέπει ένα ακόμα δάνειο 130 δις ευρώ, με στόχο από το 2014 η Ελλάδα να αυτοχρηματοδοτείται έχοντας πλεονάσματα, ώστε το χρέος το 2020 να είναι 120%. Αυτό πρακτικά σημαίνει μέτρα εξοικονόμησης δαπανών, - δηλαδή άγριας λιτότητας - που υπολογίζονται σε 100 δις ευρώ μέχρι και το 2020! Από τη στιγμή που τα μέχρι τώρα μέτρα λιτότητας ήταν κοντά στα 25 δις ευρώ την τελευταία διετία, η εφαρμογή μέτρων τέτοιου ύψους θα σηματοδοτήσει στην κυριολεξία μια πρωτοφανή κοινωνική καταστροφή.

Η εφαρμογή της συμφωνίας της 26ης Οκτωβρίου που σήμερα εμφανίζεται σαν η «μοναδική σωτηρία για την πατρίδα» σημαίνει με άλλα λόγια, ότι έρχονται νέες περικοπές μισθών και συντάξεων, πολλές δεκάδες χιλιάδες απολύσεις και πλήρης, ιδιωτικοποίηση, όχι μιας ή δυο κρατικών εταιρειών, αλλά των ίδιων των Δήμων, της Υγείας και της Εκπαίδευσης.

5) Η συμφωνία αφήνει τα πάντα ανοιχτά για διαπραγμάτευση ανάμεσα σε ομολογιούχους και κυβέρνηση και έτσι είναι μετέωρη για δύο λόγους.

Ο πρώτος λόγος είναι ότι η συμφωνία είναι «εθελοντική» και κανένας δεν μπορεί να προεξοφλήσει ότι οι τράπεζες και οι υπόλοιποι ιδιώτες κάτοχοι ομολόγων θα τη δεχτούν. Το κούρεμα 50% θα οδηγήσει κάποιες τράπεζες κοντά σε χρεοκοπία, ιδίως αυτές που ήταν εκτεθειμένες στην προηγούμενη φάση της διεθνούς κρίσης που συνέβη με επίκεντρο το τραπεζικό σύστημα.

Ο δεύτερος λόγος είναι ότι πολλές από αυτές τις τράπεζες έχουν ήδη αγοράσει CDS, δηλαδή ασφάλιστρα κινδύνου από μια ελληνική χρεοκοπία και έτσι τις συμφέρει πιο πολύ μια ανεξέλεγκτη χρεοκοπία, παρά το κούρεμα 50%.

6) Η συμφωνία προβλέπει την αύξηση του ποσού του ΕFSF από τα 440 δις στο 1 τρις ευρώ, που υποτίθεται ότι αυξάνει τη διασφάλιση για τους υπερχρεωμένους και τις τράπεζες, με τη συμβολή της Κίνας και άλλων «αναδυομένων» οικονομικών δυνάμεων εκτός δυτικού καπιταλισμού. Αλλά πέραν του ότι αυτό το ποσό δεν επαρκεί για να διασφαλίσει τη διάσωση χωρών με γιγάντιο χρέος όπως η Ισπανία και κυρίως η Ιταλία, η αύξηση αυτή είναι επίσης μετέωρη. Αυτό αποδείχθηκε από την παταγώδη αποτυχία των G20 την περασμένη Παρασκευή να συμφωνήσουν στο ποιος θα βάλει τι από αυτό το ποσό.

7) Η συμφωνία δημιουργεί ένα προηγούμενο διαγραφής χρέους που κάνει τα επιτόκια δανεισμού των υπερχρεωμένων κρατών της Ευρωζώνης να αυξάνονται, καθώς οι «αγορές» καταλαβαίνουν ότι μετά τη μερική διαγραφή χρέους στην Ελλάδα, η «καμπάνα» θα χτυπήσει σύντομα και για άλλες χώρες. Έτσι αμέσως μετά τη συμφωνία είδαμε να εκτινάσσονται τα «σπρέντς» της Ιταλίας και της Ισπανίας, με την Ιταλία να έχει ήδη τεθεί στην κηδεμονία του ΔΝΤ. 

Αυτή δεν είναι τάχα μια «ακραία» και «ανήθικη» πράξη  κάποιων κερδοσκόπων στις αγορές. Είναι μια φυσιολογική αντίδραση των καπιταλιστών, μπροστά στην αυξανόμενη επισφάλεια που δημιουργούν για το σύστημα η ύφεση και τα μεγάλα χρέη. Αυτός είναι ο καπιταλισμός και έτσι λειτουργεί. Κανείς δεν μπορεί να πείσει με το ηθικό κήρυγμα τους καπιταλιστές να μην κερδοσκοπούν Αυτό που χρειάζεται είναι να τους αφαιρέσουμε μια για πάντα την οικονομική και την πολιτική εξουσία! Αυτή είναι και η ουσία των πολιτικών καθηκόντων της εργατικής τάξης στη σημερινή εποχή, στην Ελλάδα και διεθνώς. 

Τα ιταλικά «σπρέντς» συνεπώς, δεν εκτινάχθηκαν βασικά από την πρόταση του  Παπανδρέου για δημοψήφισμα που τάχα έθεσε σε κίνδυνο την εφαρμογή της συμφωνίας, αλλά από το προηγούμενο χρεοκοπίας που δημιούργησε η ίδια η συμφωνία της 26ης Οκτωβρίου!

Το γενικό συμπέρασμα που προκύπτει από τις τελευταίες οικονομικές εξελίξεις στην Ευρωζώνη και ιδιαίτερα τις δραματικές εξελίξεις στην Ιταλία, κανένας αστός αναλυτής δεν τολμά ακόμα να το εκφράσει. Η συμφωνία της 26ης Οκτωβρίου έχει ήδη ξεπεραστεί από τα πράγματα. Ακόμα και αν εφαρμοστεί δεν σημαίνει πρακτικά τίποτα ουσιαστικό για την κρίση. Την ώρα που οι ευρωπαίοι αστοί δεν έχουν κλείσει ακόμα την μικρή τρύπα της Ελλάδας έχουν ήδη μπροστά τους έκρηξη στον κρατήρα της Ιταλίας! Όλα δείχνουν ότι το φιλμ των χρεοκοπιών και της κατάρρευσης της Ευρωζώνης έχει αρχίσει να ξετυλίγεται και οι αστοί δεν μπορούν να κάνουν τίποτα για αποφύγουν την καταστροφή.

Όπως εδώ και 2 χρόνια έχουμε σημειώσει απαντώντας σε αυτούς που ισχυρίζονται ότι η Ελλάδα είναι τάχα εδραιωμένη στην Ευρωζώνη, η έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ είναι πολύ πιθανό να αποτελέσει τον πρώτο σταθμό στην πορεία της αναπόφευκτης συνολικής υπονόμευσης του ευρώ, πάνω στο έδαφος της βαθειάς καπιταλιστικής κρίσης.

Την προοπτική εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ, έθεσαν για πρώτη φορά επίσημα στο τραπέζι την περασμένη βδομάδα η Μέρκελ και ο Σαρκοζί. Τη ζητάει πολύ δυνατά ένα μεγάλο τμήμα της άρχουσας τάξης στη Γερμανία. Την προωθούν επίσης ανοιχτά και οι Αυστριακοί και Ολλανδοί αστοί.

Γιατί όμως οι βορειο-ευρωπαίοι αστοί κινούνται πλέον προς αυτό το δρόμο; Ο λόγος είναι ότι, με δεδομένη τη σημερινή έκταση ύφεσης και χρέους, αλλά και τον αποκλεισμό της Ελλάδας από τις αγορές τουλάχιστον για μια δεκαετία, για να ματαιωθεί μια ανεξέλεγκτη χρεοκοπία στην Ελλάδα τα επόμενα χρόνια, δεν θα φθάσει το δεύτερο δάνειο της 26ης Οκτώβρη και θα χρειαστεί οπωσδήποτε ένα τρίτο ή και ένα τέταρτο δάνειο. Όμως μέσα στις συνθήκες της διαφαινόμενης διεθνούς ύφεσης που θα απειλεί όλο και πιο πολύ τις υπερχρεωμένες Ιταλία και Ισπανία, αλλά και την Γαλλία, οι Ευρωπαίοι και ιδιαίτερα οι Γερμανοί αστοί, θα πεισθούν ότι δεν υπάρχει η πολυτέλεια να συνεχίζουν να δίνουν δάνεια στην Ελλάδα, η οποία αντιπροσωπεύει τον πιο αδύναμο κρίκο που δεν πρόκειται να ανακάμψει..

Θα κοιτάξουν πιθανά να καλύψουν απευθείας τις ζημιές των τραπεζών τους, θα προσπαθήσουν να «δέσουν» όσο μπορούν πιο σφιχτά την Ελλάδα με εγγυήσεις για τα ποσά των δανείων που έχουν ήδη δοθεί, θα κόψουν τις νέες δόσεις των δανείων και θα βγάλουν την Ελλάδα από το ευρώ, αποδεχόμενοι σαν το αναπόφευκτο μικρότερο κακό την ελληνική χρεοκοπία και το τίμημα μιας ορισμένης αποσταθεροποίησης του ευρώ. Το επιχείρημα που θα χρησιμοποιήσουν σε αυτή την περίπτωση θα είναι ότι θέλουν «να προστατέψουν το ενιαίο νόμισμα» και να στείλουν παράλληλα ένα μήνυμα αυστηρότητας στους υπόλοιπους υπερχρεωμένους, ότι αν δεν πάρουν τα σκληρότερα μέτρα λιτότητας δεν θα υπάρξει έλεος.

Υπάρχουν ήδη όλες οι ενδείξεις ότι σε αυτό το δρόμο ευκολότερα θα βαδίσει η Γερμανία, εκμεταλλευόμενη το γεγονός ότι οι τράπεζες της δεν είναι ιδιαίτερα εκτεθειμένες στο ελληνικό χρέος και το ότι αν τα πράγματα εξελιχθούν όπως περιγράψαμε πιο πάνω, η Γαλλία που εμπλέκεται περισσότερο στο ελληνικό χρέος δεν θα μπορεί πλέον να αντισταθεί.

Η έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ θα έρθει σαν επιβεβαίωση της εκτίμησης των μαρξιστών ότι είναι αδύνατο να κρατούνται συνδεδεμένες σε ένα ενιαίο νόμισμα οικονομίες εντελώς διαφορετικής ισχύος σε περιόδους κρίσης. Αυτή η προοπτική ήδη έχει προκαλέσει «αμόκ» στους Έλληνες αστούς, που σωστά την αντιλαμβάνονται σαν τη σηματοδότηση του απότομου ξεπεσμού του ελληνικού καπιταλισμού. Όσο όμως κι αν αφορίζουν τους πολιτικούς τους ή και τη «σκληρότητα των Βρυξελών», η έξοδος από το ευρώ δεν αποτελεί το προϊόν «κακών ελληνικών ή ευρωπαϊκών χειρισμών». Επιβάλλεται από την ίδια την πραγματικότητα της καπιταλιστικής κρίσης.

Το δίλλημα μέσα ή έξω από το ευρώ είναι ψεύτικο γιατί στην πραγματικότητα έχει σαν αντικείμενο την προσπάθεια να αντιπαρατεθούν δυο διαφορετικά στάδια ανάπτυξης της κρίσης, το σημερινό και το επόμενο. Η έξοδος από το ευρώ είναι η αναγκαία συνέπεια του επόμενου σταδίου της κρίσης και όχι η αιτία του. Δεν είναι η υποτιμημένη δραχμή του υπερπληθωρισμού που θα φέρει τη μαζική εξαθλίωση στην καπιταλιστική Ελλάδα. Αυτή θα είναι απλά το σύμβολο αυτής της εξαθλίωσης.

Η επιστροφή της Ελλάδας στη δραχμή πάνω στο έδαφος της κρίσης του ευρωπαϊκού καπιταλισμού δε θα αποτελεί μια μεμονωμένη περίπτωση. Αντικειμενικά θα δώσει ένα γενικότερο έναυσμα στην κίνηση προς τα εθνικά νομίσματα στην Ευρώπη. Πάνω στη βάση της ιστορικής αδυναμίας του καπιταλισμού να αναπτύξει τις παραγωγικές δυνάμεις με τον τρόπο που το έκανε στο δεύτερο μισό του περασμένου αιώνα, θα ανατείλει αναπόφευκτα η εποχή της αναβίωσης του προστατευτισμού. Αυτό όμως σε τελική ανάλυση δεν μπορεί να συμβεί χωρίς οι διαφορετικές ευρωπαϊκές αστικές τάξεις να έχουν στα χέρια τους τα δικά τους νομίσματα. Συμπερασματικά, θα λέγαμε λοιπόν ότι οι Ευρωπαίοι αστοί, συμπεριλαμβανομένης της άρχουσας τάξης της Γερμανίας και φυσικά των ελλήνων αστών, αρχίζουν από τώρα να κάνουν σχέδια για την ταραγμένη εποχή της επιστροφής στα εθνικά νομίσματα.

Οι απεργίες και η 28η Οκτώβρη έφεραν την πρόταση για δημοψήφισμα

Η πρόταση του Παπανδρέου για δημοψήφισμα παρουσιάστηκε από τον αστικό τύπο σαν η αιτία της οικονομικής και πολιτικής αποσταθεροποίησης στην Ελλάδα. Όμως αυτή η πρόταση δεν έπεσε από τον ουρανό. Η ανακοίνωσή της ήταν το αποτέλεσμα της τρομακτικής πίεσης που ασκήθηκε στην κυβέρνηση από το μεγάλο απεργιακό κύμα του φθινοπώρου που κορυφώθηκε με την 48ωρη γενική απεργία και από την εμφάνιση αμέσως μετά ενός καθαρού συμπτώματος επαναστατικής διάθεσης στην κοινωνία, δηλαδή της αυθόρμητης μετατροπής της εθνικής επετείου της 28ης Οκτωβρίου σε πανελλαδική αντικυβερνητική διαδήλωση.

Αυτό το γεγονός ήταν πρωτόγνωρο για τα χρονικά του δυτικού καπιταλισμού. Στη Θεσσαλονίκη και σε άλλες μεγάλες ελληνικές πόλεις είχαμε μια γλαφυρή εικόνα του επαναστατικού μέλλοντος : ο λαός στα βάθρα των επισήμων και οι εκπρόσωποι των αστικών θεσμών διωγμένοι από αυτά «κακήν κακώς».

Μετά από αυτά τα συγκλονιστικά γεγονότα, οι αστοί σε Ελλάδα και Ευρώπη άρχισαν να ανησυχούν σοβαρά. Ο Παπανδρέου, ο άνθρωπός τους στην εξουσία όμως, είχε κάθε λόγο να αισθάνεται πιο ανήσυχος από όλους. Παραμονές των νέων ακόμα πιο σκληρών μέτρων που συνοδεύουν τη συμφωνία της 26ης Οκτωβρίου είχε κάθε λόγο να αρχίσει να βλέπει επαναστατικούς εφιάλτες. Ο πανικός του τον οδήγησε στην ιδέα του δημοψηφίσματος. Και ως γνωστό, ο πανικός ποτέ δεν είναι καλός σύμβουλος.

Έτσι το αποτέλεσμα ήταν η τυχοδιωκτική από αστική σκοπιά πρόταση για δημοψήφισμα, σε μια προσπάθεια ο Παπανδρέου να διασώσει το προφίλ του σε ένα μέρος του λαού και να επινοήσει ένα μέσο εκτόνωσης της επαναστατικής οργής του. Όμως αυτό το τέχνασμα αποδείχθηκε εμπρηστικό για την σημερινή «εύφλεκτη» φάση στην οποία βρίσκεται ο καπιταλισμός στην Ελλάδα και την Ευρώπη. Πυροδότησε αβεβαιότητα στις «αγορές» και επιτάχυνε τη δημιουργία των συνθηκών για την ετοιμασία της εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ.

Η ελληνική άρχουσα τάξη και οι αξιωματούχοι του ευρωπαϊκού κεφαλαίου δεν συγχώρεσαν στον Παπανδρέου την προσπάθεια να «παίξει» με την σταθερότητα του συστήματος και τον έσπρωξαν γρηγορότερα στην πόρτα της εξόδου, δημιουργώντας ένα σκηνικό ανταρσίας στην κοινοβουλευτική του ομάδα. Το αποτέλεσμα ήταν μια «συντεταγμένη» πτώση της κυβέρνησης με μια κατ’ όνομα μόνο ψήφο εμπιστοσύνης.

Η ιδιαίτερη αυτή τροπή των γεγονότων όμως δεν πρέπει να μας ξεγελά. Η πτώση της κυβέρνησης Παπανδρέου ήταν σε τελική ανάλυση το αποτέλεσμα 1,5 χρόνου αγώνων των εργαζόμενων και της νεολαίας. Ήταν το αποτέλεσμα της πίεσης που ασκείται στην άρχουσα τάξη από την επαναστατική οργή των μαζών.

Ο σχηματισμός της κυβέρνησης Παπαδήμου είναι το αποτέλεσμα του οικονομικού και πολιτικού αδιεξόδου του ελληνικού καπιταλισμού και της απελπισμένης προσπάθειας της άρχουσας τάξης να υποτάξει τις επαναστατικές διαθέσεις της εργατικής τάξης και του φτωχού λαού. 

Η μεγάλη αργοπορία που χαρακτήρισε τις διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό αυτής της κυβέρνησης δεν οφείλεται στο ότι τάχα οι «κομματικοί μηχανισμοί έπαιζαν παιχνίδια στην πλάτη του έθνους», σύμφωνα με το μύθο που διακινείται αυτές τις μέρες στα αστικά ΜΜΕ. Ήταν το αποτέλεσμα της δυσκολίας να βρεθούν πρόθυμοι για τη συμμετοχή σε μια κυβέρνηση που καλείται να κυβερνήσει χωρίς τη νομιμοποίηση των εκλογών, πάνω στο έδαφος της πιο βαθειάς ύφεσης και με την άμεση απειλή της ανεξέλεγκτης χρεοκοπίας και της εξόδου της χώρας από το ευρώ.

Προσπαθώντας να αποτρέψουν τις απειλές των αξιωματούχων της Ευρωζώνης για έξοδο από το ευρώ, οι Έλληνες αστοί μέσα σε καθεστώς πανικού, τάχθηκαν υπέρ του σχηματισμού μιας κυβέρνησης που θα αποτελείται από πρόσωπα της απόλυτης εμπιστοσύνης του ευρωπαϊκού κεφαλαίου. Ο Λ. Παπαδήμος, λόγω της πολύχρονης θητείας του στην ΕΚΤ ήταν ο πιο ενδεδειγμένος ανάμεσα στους υποψήφιους για τη θέση του πρωθυπουργού. Επίσης, σαν άνθρωπος του τραπεζικού κεφαλαίου, ο νέος πρωθυπουργός μπορεί να διαπραγματευθεί σε φιλικό κλίμα με τους τραπεζίτες για το «κούρεμα» των ομολόγων που προβλέπει η συμφωνία της 26ης Οκτώβρη. Αυτά τα χαρακτηριστικά του Παπαδήμου τον έκαναν πολύτιμο για την άρχουσα τάξη και τα ισχυρά ανταλλάγματα που προφανώς του προσφέρθηκαν για να άρει τις αρχικές του αμφιβολίες, προκάλεσαν μέσα σε λίγες ώρες την κωμικοτραγική ανατροπή της σχεδόν σίγουρης ορκωμοσίας του Φ. Πετσάλνικου και την πρωθυπουργοποίηση του έμπιστου τεχνοκράτη.

Τι είδους κυβέρνηση είναι όμως αυτή του Παπαδήμου; Με έναν προκλητικό τρόπο, οι αστοί και οι απολογητές τους στα ΜΜΕ παρουσιάζουν αυτή την κυβέρνηση σαν «κυβέρνηση εθνικής ενότητας». Όμως εντελώς αντίθετα, είναι μια κυβέρνηση που έχει μόνο τις ευλογίες της άρχουσας τάξης και του ευρωπαϊκού κεφαλαίου. 

Ο ελληνικός λαός πριν από δύο χρόνια ψήφισε το ΠΑΣΟΚ για να βελτιώσει το βιοτικό του επίπεδο μετά από την πενταετή επίθεση της ΝΔ. Στην πορεία, του προέκυψε μια μισητή κυβέρνηση – μαριονέτα των τοκογλύφων δανειστών. Τώρα βλέπει με έκπληξη ότι αυτή η κυβέρνηση, αντί να φύγει από την εξουσία κάτω από το βάρος της λαϊκής κατακραυγής, μεταλλάσσεται σε μια νέα με τον μανδύα της «εθνικής ενότητας», περιλαμβάνοντας μάλιστα σαν επικεφαλής τον εκλεκτό των τοκογλύφων – δανειστών μαζί με παλιούς υπουργούς που δεν μπορούν καν να κυκλοφορήσουν στο δρόμο από το λαϊκό μίσος, αλλά και νέους που προέρχονται από τα αστικά κόμματα που μειοψήφησαν στις τελευταίες εθνικές εκλογές... Όπως εύστοχα αναφέρει ένα σύνθημα που αυτές τις μέρες γράφεται στους τοίχους των μεγάλων ελληνικών πόλεων «τόση δημοκρατία είχαμε να δούμε από την εποχή της χούντας». 

Η νέα κυβέρνηση δεν είναι μια κυβέρνηση εθνικής, αλλά αστικής ενότητας. Αποτελείται από αστούς τεχνοκράτες και πολιτικούς εκπροσώπους απ’ όλο των φάσμα των αστικών πολιτικών ηγεσιών. Παρά τις αποστάσεις που επιχειρεί να κρατήσει ο Σαμαράς από την κυβέρνηση για λόγους δημαγωγίας, η νέα κυβέρνηση είναι μια συγκυβέρνηση της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ, της ΝΔ και του ΛΑΟΣ. Τα υπουργεία - κλειδιά κατέχουν ηγετικά στελέχη της αστικής ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ με τις ευλογίες της ΝΔ. Η ΝΔ συμμετέχει στην κυβέρνηση με έξι στελέχη της, δύο από τα οποία (Δήμας, Αβραμόπουλος) είναι ηγετικά και ιστορικά. Τέλος, το ακροδεξιό ΛΑΟΣ συμμετέχει για πρώτη φορά στην κυβέρνηση με μερικά από τα πιο προβεβλημένα στελέχη του, αποδεικνύοντας ότι βρίσκεται σε αγαστή σύμπνοια με την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ .

Ο ενθουσιασμός και οι προσδοκίες με τις οποίες επενδύουν την πολιτική παρουσία ενός τεχνοκράτη στην κεφαλή της νέας κυβέρνησης οι απολογητές του κεφαλαίου, εκφράζουν το μεγάλο, ιστορικό κενό πολιτικής ηγεσίας για το αστικό πολιτικό στρατόπεδο στην Ελλάδα. Η απουσία αστών πολιτικών ηγετών του διαμετρήματος ενός Ε. Βενιζέλου και ενός Κ. Καραμανλή στις παρούσες κρίσιμες συνθήκες, κάνει την άρχουσα τάξη να μελαγχολεί και να μετατρέπει σε «μεσσίες» πολιτικά άπειρους και πειθήνιους μισθοφόρους της, όπως ο τεχνοκράτης νέος πρωθυπουργός. Αυτή η απουσία πρέπει να τονιστεί ότι δεν είναι ένα ζήτημα προσωπικών χαρακτηριστικών και ικανοτήτων, αλλά αντανακλά σε τελική ανάλυση το ιστορικό αδιέξοδο του καπιταλισμού και την αυξανόμενη κοινωνική απομόνωση της άρχουσας τάξης, στοιχεία που κλονίζουν σοβαρά την αυτοπεποίθησή της.

Η συμμετοχή επίλεκτων στελεχών της ακροδεξιάς στη νέα κυβέρνηση είναι ένα στοιχείο που δεν πρέπει να υποτιμηθεί. Το γεγονός ότι γνωστοί εθνικιστές υμνητές της Χούντας πήραν υπουργικά χαρτοφυλάκια, αποτελεί μια σαφέστατη προσπάθεια εξοικείωσης της κοινής γνώμης με την συμμετοχή ακραίων αντιδραστικών στις αστικές κυβερνήσεις. Αυτό σε συνδυασμό με την απουσία λαϊκής νομιμοποίησης του συνόλου της κυβέρνησης, αντανακλά σε τελική ανάλυση την μελλοντική τάση της άρχουσας τάξης προς λύσεις βοναπαρτιστικής διακυβέρνησης. Οι υπουργοποιήσεις των ακροδεξιών είναι μια προειδοποίηση για το εργατικό κίνημα και την Αριστερά. Αν ο καπιταλισμός δεν ανατραπεί από μια εργατική κυβέρνηση τότε, αργά ή γρήγορα, η εργατική τάξη θα υποστεί την επώδυνη εμπειρία της βοναπαρτιστικής αντίδρασης.

Οι δυο τακτικές μέσα στην άρχουσα τάξη για τη νέα κυβέρνηση 

Παρά την κυβερνητική σύμπλευση όλων των αστικών πτερύγων, μέσα στην ελληνική άρχουσα τάξη φαίνεται να υπάρχουν σήμερα δύο κυρίαρχες τακτικές. Η μια που εκφράζεται από τα ισχυρά ΜΜΕ και την αστική ηγεσία του ΠΑΣΟΚ υιοθετεί μια στάση που θα μπορούσε να συνοψιστεί στα ακόλουθα: 1) η συγκυβέρνηση είναι μεγάλης πολιτικής σημασίας γιατί δημιουργεί ένα χρήσιμο προηγούμενο συναίνεσης για την περίπτωση μεγαλύτερων κρίσεων στο μέλλον, 2) η κυβέρνηση Παπαδήμου πρέπει να μείνει στην εξουσία όσο περισσότερο χρόνο απαιτείται για να διασφαλιστεί η θέση της Ελλάδας στο ευρώ, χωρίς να δεσμεύεται από συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα. 

Η στάση αυτή καθορίζεται από τον πανικό που έχει δημιουργήσει στους αστούς η πιθανή έξοδός τους από το ευρώ. Πιστεύουν ότι η μεγαλύτερη απειλή για το σύστημά τους είναι τώρα αυτή. Παρασυρμένοι από την ακίνδυνη στάση των ηγεσιών της Αριστεράς, δεν μπορούν να δουν στο ορατό μέλλον απειλή για την εξουσία τους και γι’ αυτό, προωθούν την άμεση και πλήρη χρησιμοποίηση όλων των δυνατοτήτων που τους δίνει η πολιτική συναίνεση των αστικών κομμάτων και ηγεσιών. 

Η άλλη τακτική, εκφράζεται από τη ΝΔ και τον Σαμαρά και αποτυπώθηκε στις σημερινές του δηλώσεις. Ο Σαμαράς ανέφερε πως η κοινωνία έχει ανάγκη άμεσα από τη «βαλβίδα ασφαλείας» των εκλογών, καθώς έρχεται «κοινωνική έκρηξη», τονίζοντας πως η κυβέρνηση Παπαδήμου είναι απλώς «μεταβατική» για να διεκπεραιώσει όσα απορρέουν από τη συμφωνία της 26ης Οκτώβρη. Φυσικά ο Σαμαράς δημαγωγώντας, κρύβει ότι από τη συμφωνία απορρέουν - με το πιο αισιόδοξο μάλιστα σενάριο εξέλιξης της κρίσης - μέτρα λιτότητας και περικοπών ύψους 100 δις ευρώ τα επόμενα 10 χρόνια, ποσό που σημαίνει όπως εξηγήσαμε, μια εκτεταμένη και πρωτοφανή κοινωνική καταστροφή στην Ελλάδα. Σε αντίθεση με το άλλο τμήμα της άρχουσας τάξης, η ηγεσία της ΝΔ μοιάζει να υπολογίζει – και σωστά από αστική σκοπιά - την επανάσταση σαν πιο άμεση και μεγάλη απειλή για τον καπιταλισμό από την έξοδο από το ευρώ. 

Αυτό που φοβάται ο Σαμαράς είναι ότι μια πρόωρη φθορά της ΝΔ μέσα στην κυβέρνηση Παπαδήμου θα αφαιρέσει από την άρχουσα τάξη την προοπτική μιας ισχυρής κυβέρνησης, νομιμοποιημένης από μια νωπή λαϊκή εντολή, θα ενισχύσει τις επαναστατικές διαθέσεις στην κοινωνία και τα κόμματα της Αριστεράς και φυσικά, θα θέσει πρόωρο τέλος και στην δική του καριέρα ως υποψήφιου πρωθυπουργού. 

Οι προοπτικές της νέας κυβέρνησης 

Όμως αυτό που θα καθορίσει τις εξελίξεις δεν είναι οι τακτικές της άρχουσας τάξης, αλλά η έκταση της κρίσης του ευρωπαϊκού καπιταλισμού και η αντανάκλασή της στη συνείδηση των μαζών. Η τακτική των θιασωτών της εξάντλησης όλων των περιθωρίων της συναίνεσης είναι το ίδιο μετέωρη με εκείνη της επιδίωξης μιας περιορισμένης φθοράς για τη ΝΔ. 

Η τρόικα ζητάει μέτρα εδώ και τώρα. Ένα μοντέλο δεσμευτικού υπομνήματος για νέα μέτρα έχει ήδη σταλεί για να υπογραφεί από την ελληνική αστική πολιτική ηγεσία και περιμένει τον Σαμαρά στο γραφείο του. Χωρίς αυτές τις δεσμεύσεις δεν μπορεί να προχωρήσει η εκταμίευση της 6ης δόσης, αλλά και η διαπραγμάτευση για το «κούρεμα» των ομολόγων. Ο Σαμαράς θα είναι πάρα πολύ δύσκολο να αποφύγει αυτή την υπογραφή. 

Επιπρόσθετα η κυβέρνηση έχει μπροστά της άμεσα τη λήψη μέτρων που θα φθείρουν όλους τους «εταίρους» που την απαρτίζουν. Τα μέτρα αυτά απορρέουν τόσο από τις δεσμεύσεις της προηγούμενης κυβέρνησης για σαρωτικές ιδιωτικοποιήσεις, μαζικές εφεδρείες-απολύσεις στο Δημόσιο και επιβολή της είσπραξης των εξοντωτικών χαρατσιών, όσο και από τη δραματική χειροτέρευση της κρίσης σε Ελλάδα και Ευρωζώνη και την πολύ σοβαρή πιθανότητα να μην υπάρξει το επιδιωκόμενο από την Ελλάδα όφελος μετά τις διαπραγματεύσεις για το «εθελοντικό κούρεμα» των ομολόγων. Αυτοί είναι παράγοντες που μπορούν να φέρουν πιο κοντά την προοπτική μιας εσωτερικής στάσης πληρωμών και μιας ανεξέλεγκτης χρεοκοπίας. Πάνω στη βάση της ραγδαίας χειροτέρευσης της κρίσης, η νέα κυβέρνηση τις επόμενες βδομάδες θα μπορούσε να βρεθεί ακόμα και υπό την απειλή μιας άμεσης έξωσης από το ευρώ. 

Όλα αυτά τα ενδεχόμενα θα απειλούν να αποσταθεροποιήσουν τη νέα κυβέρνηση, φέρνοντάς την αντιμέτωπη με ένα νέο κύμα κινητοποιήσεων και βυθίζοντάς την μέσα σε μια διαδικασία εσωτερικών συγκρούσεων. 

Για μια κυβέρνηση εργατικής ενότητας με σοσιαλιστικό πρόγραμμα! 

Όλες αυτές τις μέρες οι εργαζόμενοι παρακολουθούν το θέατρο της «εθνικής ενότητας», πολιτικά αφοπλισμένοι και χωρίς εναλλακτική λύση. Η αδράνεια όλων των ηγεσιών του εργατικού κινήματος μετά τη μεγαλειώδη 48ωρη γενική απεργία έδωσε χώρο στην άρχουσα τάξη να μανουβράρει ανενόχλητη από το εργατικό κίνημα, ενώ όπως αποδείχθηκε η κυβέρνηση ήταν εξαιρετικά αδύναμη. Μια κλιμάκωση του αγώνα σε μια γενική πολιτική απεργία διαρκείας θα μπορούσε να έχει οδηγήσει την κυβέρνηση εσπευσμένα σε εκλογές. Όμως οι ηγεσίες του εργατικού κινήματος έκαναν τα πάντα για να υποχωρήσει το μεγάλο κίνημα απεργιών και καταλήψεων θυλάκων του κρατικού μηχανισμού, ενώ οι ηγεσίες της Αριστεράς μονότονα ζητούσαν εκλογές, χωρίς να εξηγούν το πώς θα μπορούσε να επιβάλει τις εκλογές το εργατικό κίνημα.

Χωρίς ηγεσία και σαφή προοπτική, οι εργαζόμενοι και ο φτωχός λαός βρήκαν διέξοδο έκφρασης των επαναστατικών τους διαθέσεων με τη μετατροπή των παρελάσεων της 28ης Οκτώβρη σε μαζικές διαδηλώσεις. Όμως και πάλι, οι ηγεσίες της Αριστεράς δεν πήραν πρωτοβουλίες για να ανταποκριθούν σε αυτές τις διαθέσεις και συνέχιζαν τις εκκλήσεις για εκλογές, χωρίς αυτές να συνοδεύονται από ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα δράσης. Αυτή η στάση έδωσε στην κυβέρνηση το χρόνο να επιτύχει μια «συντεταγμένη» απόδραση από την εξουσία και να μαγειρέψει ανενόχλητη μια κυβέρνηση συνεργασίας. 

Η στάση των ηγεσιών ΚΚΕ και ΣΥΡΙΖΑ κατά τη διάρκεια των πολυήμερων διαπραγματεύσεων για τη νέα αστική κυβέρνηση ήταν πραγματικά αξιοθρήνητη. Δεν ψέλλισαν ούτε μια κουβέντα που θα μπορούσε να δείξει στους εργαζόμενους μια άλλη προοπτική εξουσίας από εκείνη της «εθνικής ενότητας» των αστών. Το αποτέλεσμα ήταν να επικρατήσει γενικευμένη σύγχυση, αποπροσανατολισμός και απογοήτευση στις τάξεις των εργαζόμενων μαζών. Στα μάτια τους, μόνο οι αστοί είχαν λύση στο πρόβλημα της εξουσίας. Η Αριστερά για άλλη μια φορά με τη στάση της, εμφανίστηκε απλά σαν δύναμη διαμαρτυρίας χωρίς προοπτική. 

Τι πρέπει να κάνει η Αριστερά για να αντιστρέψει αυτή την εικόνα και να δείξει έναν άλλο δρόμο στους εργαζόμενους, μακριά από την υποταγή στην απάτη της «εθνικής ενότητας»; Οι αστοί με το ενωτικό τους πνεύμα αυτές τις μέρες έδωσαν μαθήματα ταξικής συμπεριφοράς. Κάθε αριστερός αγωνιστής πρέπει λοιπόν να παλέψει για την ενότητα των μαζικών δυνάμεων της Αριστεράς και του εργατικού κινήματος στους αγώνες ενάντια στη νέα κυβέρνηση αστικής ενότητας. Ταυτόχρονα, η ενότητα αυτή πρέπει ΤΩΡΑ να πάρει τη μορφή μιας πολιτικής συμμαχίας ΚΚΕ-ΣΥΡΙΖΑ, για την εκλογή μιας κυβέρνησης που θα εφαρμόσει ένα σοσιαλιστικό πρόγραμμα. Άλλος δρόμος δεν υπάρχει. Χωρίς την υπεράσπιση αυτής της συγκεκριμένης λύσης εξουσίας, οι κραυγές καταγγελίας για «την αντιδημοκρατική εκτροπή» της άρχουσας τάξης και «εκλογές εδώ και τώρα», είναι για τους εργαζόμενους και το φτωχό λαό, απλά «κούφια λόγια».