«Γιατί δεν έχει γίνει επανάσταση;» – Η αναγκαιότητα της επαναστατικής ηγεσίας

*Το άρθρο αυτό δημοσιεύτηκε αρχικά στο θεωρητικό περιοδικό της Διεθνούς Μαρξιστικής Τάσης (IMT), In Defense of Marxism, τον Μάρτιο του 2022. Παρέχει μια εξαιρετική ανάλυση της παγκόσμιας κατάστασης και των πραγματικών δυναμικών διαδικασιών της επανάστασης. Τα μαζικά κινήματα στη Σρι Λάνκα και το Ιράν, λίγους μήνες μετά την πρώτη δημοσίευση του κειμένου, αποτέλεσαν περαιτέρω εμφατική επιβεβαίωση της ανάλυσης αυτής.

«Οι άνθρωποι δεν κάνουν επανάσταση πιο πρόθυμα απ’ ό,τι πόλεμο. Υπάρχει αυτή η διαφορά, ωστόσο, ότι στον πόλεμο ο εξαναγκασμός παίζει τον αποφασιστικό ρόλο, ενώ στην επανάσταση δεν υπάρχει εξαναγκασμός εκτός από αυτόν των συνθηκών. Μια επανάσταση γίνεται μόνο όταν δεν υπάρχει άλλη διέξοδος». (Τρότσκι, Η Ιστορία της Ρωσικής Επανάστασης, Κεφ. 43, «Η Τέχνη της Εξέγερσης»).

«Όταν ο καιρός είναι ώριμος τα πράγματα θα κινηθούν προς τα εκεί με τεράστια ταχύτητα και ενέργεια, αλλά μπορεί να πάρει κάποιο χρόνο μέχρι να φτάσουμε σε αυτό το σημείο». (Ένγκελς, 24 Οκτωβρίου 1891)

[Source]

«Ό,τι υπάρχει αξίζει να αφανιστεί»

Ο Χέγκελ εξήγησε πως ό,τι υπάρχει αξίζει να αφανιστεί. Δηλαδή, ό,τι υπάρχει περιέχει μέσα του το σπόρο της ίδιας του της καταστροφής. Και πράγματι, έτσι είναι. Για πάρα πολύ καιρό φαινόταν ότι ο καπιταλισμός «ήρθε για να μείνει». Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν αμφισβητούσαν την επικρατούσα κατάσταση. Οι θεσμοί του συστήματος φαίνονταν σταθεροί. Ακόμα και οι πιο σοβαρές κρίσεις τελικά ξεπερνιούνταν, φαινομενικά χωρίς να αφήνουν ίχνος.

Όμως το φαίνεσθαι μπορεί να είναι παραπλανητικό. Η διαλεκτική μας διδάσκει ότι τα πράγματα μετατρέπονται στο αντίθετο τους. Μετά από μια μακρά περίοδο πολιτικής στασιμότητας, οι εξελίξεις των τελευταίων χρόνων αντιπροσωπεύουν μια βαθιά ρήξη σε παγκόσμια κλίμακα.

Η κρίση του 2008 σηματοδότησε ένα απότομο σημείο καμπής στην όλη κατάσταση. Στην πραγματικότητα οι αστοί δεν κατάφεραν ποτέ να ανακάμψουν από εκείνη την κρίση. Επισημαίναμε τότε ότι κάθε προσπάθεια της αστικής τάξης να επαναφέρει την οικονομική ισορροπία θα κατέστρεφε την κοινωνική και πολιτική ισορροπία. Και αποδείχτηκε ότι ακριβώς αυτό συνέβη. Η αστική τάξη κατέφυγε σε απελπισμένα μέτρα για να επιλύσει εκείνη την κρίση, δαπανώντας ανήκουστες ποσότητες χρήματος.

Το επανέλαβαν σε πολύ μεγαλύτερη κλίμακα όταν η πανδημία ώθησε την παγκόσμια οικονομία σε ύφεση το 2020. Αυτό τους επέτρεψε να αποφύγουν μια άμεση κατάρρευση. Μόνο, όμως, με τίμημα τη δημιουργία νέων και αξεπέραστων αντιθέσεων. Αυτές έρχονται τώρα παντού στο προσκήνιο.

Το σύστημα διασώθηκε με τεράστια ποσά κρατικών δαπανών, παρόλη την προηγούμενη ομοφωνία στους αστικούς κύκλους ότι το κράτος δεν έπρεπε να παρεμβαίνει στην αγορά. Όμως το χρήμα, όπως λέγεται, δεν φυτρώνει σε δέντρα. Το αποτέλεσμα αυτού του οργίου δαπανών, με τεράστιες ποσότητες χρήματος που δεν υπήρχε, είναι η δημιουργία ενός γιγαντιαίου βουνού χρέους. Το συνολικό παγκόσμιο χρέος πλησιάζει πλέον τα 300 τρισεκατομμύρια δολάρια.

Αυτό δεν έχει ιστορικό προηγούμενο σε περίοδο ειρήνης. Είναι αλήθεια ότι η άρχουσα τάξη ξόδεψε αντίστοιχα μεγάλα ποσά στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, και ότι τα χρέη που δημιουργήθηκαν έτσι, μπόρεσαν να εξαλειφθούν μέσα στην παρατεταμένη περίοδο οικονομικής ανάκαμψης που ακολούθησε τον Πόλεμο. Ωστόσο, αυτό υπήρξε εφικτό χάρη σε έναν ιδιαίτερο συνδυασμό συνθηκών, οι οποίες δεν υπάρχουν σήμερα και είναι απίθανο να επαναληφθούν στο μέλλον.

Αναπόφευκτη συνέπεια αυτού του βουνού χρεών είναι ο πληθωρισμός, ο οποίος τώρα γίνεται αισθητός με την αύξηση των τιμών των εμπορευμάτων, του πετρελαίου, της βενζίνης, του φυσικού αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας, πλήττοντας τους φτωχούς ανθρώπους.

Μια νέα περίοδος οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής αστάθειας είναι το αναπόφευκτο αποτέλεσμα. Τα πρόσφατα γεγονότα στο Καζακστάν ήταν μια προειδοποίηση για το τι πρόκειται να ακολουθήσει. Μπορούν να επαναληφθούν ανά πάσα στιγμή στη μια χώρα μετά την άλλη.

Η παρούσα κρίση δεν είναι απλά οικονομική και χρηματοπιστωτική, αλλά έχει κοινωνικό και πολιτικό, ακόμη και ηθικό και ψυχολογικό χαρακτήρα. Χαρακτηρίζεται από πρωτοφανή αστάθεια σε όλες τις χώρες.

Το καπιταλιστικό σύστημα πέρασε την πιο σοβαρή οικονομική κρίση των τελευταίων 300 ετών. Αυτό το παραδέχονται όλοι οι σοβαροί στρατηγοί του κεφαλαίου. Επιπλέον, εκατομμύρια άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωή τους ως αποτέλεσμα της πανδημίας, η οποία ακόμη δεν έχει ξεπεραστεί, παρά τους ισχυρισμούς των αστών.

Από αυτά τα δεδομένα θα ήταν εύκολο να συμπεράνουμε ότι οι συνθήκες για τη σοσιαλιστική επανάσταση ήδη υπάρχουν, σε παγκόσμια κλίμακα. Αυτό είναι απολύτως αληθές. Με μια γενική έννοια, είναι αληθές εδώ και πολύ καιρό. Όμως οι μαρξιστικές προοπτικές δεν εξαντλούνται σε γενικεύσεις.

Δεν είναι αρκετό να επαναλαμβάνουμε γενικές δηλώσεις για τη βεβαιότητα της σοσιαλιστικής επανάστασης. Πρέπει να γνωρίζουμε πώς να εξηγήσουμε γιατί ισχύει αυτό. Ο Χέγκελ επισήμανε ότι είναι καθήκον της επιστήμης, όχι να συγκεντρώσει μια μάζα λεπτομερειών, αλλά να αποκτήσει ορθολογική επίγνωση. Αυτό ακριβώς είναι το καθήκον των Μαρξιστών.

Πολύ συχνά, άνθρωποι στην Αριστερά και ακόμα και Μαρξιστές, καταφεύγουν στην παράθεση ατελείωτων λιστών με οικονομικά στοιχεία, τα οποία μπορούν να αναζητηθούν εύκολα στις σελίδες του αστικού τύπου. Και μετά στο τέλος, προσθέτουν το συμπέρασμα ότι «ο σοσιαλισμός είναι η απάντηση» ή κάτι παρόμοιο. Αυτό μπορεί να είναι απολύτως αληθές, αλλά είναι ένα συμπέρασμα που δεν πηγάζει από τη λίστα των στοιχείων και των αριθμών, και συνεπώς έχει μικρή ή καμία εγκυρότητα. Αυτή η μηχανιστική μέθοδος είναι απλά ένδειξη διανοητικής τεμπελιάς και προκαλεί μια αντίδραση βαρεμάρας και εκνευρισμού σε εκείνους που τα έχουν ξανακούσει όλα αυτά.

Δεν θα μας βοηθήσουν να καταλάβουμε τη συγκεκριμένη πραγματικότητα του σταδίου στο οποίο βρισκόμαστε αφηρημένες φόρμουλες και σχήματα, ούτε η απλή επανάληψη των γενικών συνθημάτων για την κρίση του καπιταλισμού, τα οποία με τις διαρκείς επαναλήψεις χάνουν τη δύναμη και την επικαιρότητά τους, και υποβαθμίζονται σε κενά και ανούσια κλισέ.

Πρέπει να παρακολουθούμε την κατάσταση όπως εξελίσσεται συγκεκριμένα σε κάθε στάδιο. Και είμαστε υποχρεωμένοι να απαντήσουμε σε ένα ερώτημα που πρέπει να έχει δημιουργηθεί σε πολλούς ανθρώπους: εσείς οι Μαρξιστές λέτε ότι το καπιταλιστικό σύστημα είναι σε κρίση, και προφανώς έτσι είναι. Αλλά γιατί δεν έχει υπάρξει μια επανάσταση;

Αυτή η ερώτηση μπορεί να φανεί αφελής. Όμως είναι πιο σοβαρή απ’ ό,τι μπορεί να νομίσετε. Και της αξίζει προσεκτική εξέταση. Αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, ακόμα και κάποιοι άνθρωποι που αποκαλούν τους εαυτούς τους Μαρξιστές αναρωτιούνται το ίδιο πράγμα: γιατί, αν υπάρχει τέτοια βαθιά κρίση, δεν έχουν ξεσηκωθεί οι μάζες;

Αναφέρομαι στους λεγόμενους ακτιβιστές, που επιδεικνύουν μια στάση υπεροπτικής περιφρόνησης για τις ιδέες και τη θεωρία, και που φαντάζονται ότι με το να τρέχουν πέρα δώθε σαν «ακέφαλα κοτόπουλα», φωνάζοντας υπέρ της επανάστασης, θα σπρώξουν με κάποιο τρόπο τις μάζες στη δράση.

Θυμάμαι καλά εκείνους τους αγριεμένους φοιτητικούς ηγέτες στο Παρίσι το 1968, και τους βλέπω τώρα: καλοθρεμμένοι αυτάρεσκοι αστοί που ειρωνεύονται τους επαναστάτες γενικά, και έμμεσα, φτύνουν και το δικό τους παρελθόν. Ομολογώ ότι αυτή η μεταμόρφωση δεν με εξέπληξε. Φαινόταν ξεκάθαρα ήδη από τον Μάη του ‘68. Δεν καταλάβαιναν τίποτα τότε, και καταλαβαίνουν ακόμα λιγότερα τώρα.

Αυτοί οι «ακτιβιστές» είναι ανυπόμονοι με τις μάζες, και όταν η από μέρους τους συνεχής επανάληψη κενών «επαναστατικών» συνθημάτων – τα οποία μοιάζουν με τα ξόρκια που μουρμουρίζει ένας κουρασμένος, γέρος παπάς – δεν φέρνει τα επιθυμητά αποτελέσματα, εκείνοι κατηγορούν την εργατική τάξη, αποθαρρύνονται, και πέφτουν στην απάθεια. Ο άμυαλος ακτιβισμός και η ανίσχυρη απάθεια είναι απλώς οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος.

Δεν είναι δουλειά των Μαρξιστών να κρατούν ένα θερμόμετρο κάτω από τη γλώσσα της εργατικής τάξης προσπαθώντας να καταλάβουν πότε είναι έτοιμη να κινηθεί. Τέτοιο θερμόμετρο δεν έχει υπάρξει ποτέ και δεν πρόκειται να υπάρξει ποτέ. Και η ανυπομονησία δεν μπορεί να επιταχύνει τα γεγονότα.

Σας φαίνεται πολύ αργή η εξέλιξη της κατάστασης; Λοιπόν, όλοι θα θέλαμε να εξελιχθεί πιο γρήγορα. Αλλά αυτά τα πράγματα παίρνουν χρόνο και η ανυπομονησία είναι ο χειρότερός μας εχθρός. Δεν υπάρχουν σύντομοι δρόμοι. Ο Τρότσκι προειδοποίησε ότι το να θερίζεις εκεί που δεν έχεις σπείρει θα οδηγήσει αναπόφευκτα σε λάθη, είτε αριστερίστικου είτε οπορτουνιστικού χαρακτήρα. Και αν προσπαθήσεις να φωνάξεις πιο δυνατά απ’ όσο επιτρέπουν οι φωνητικές χορδές σου, απλά θα κλείσει ο λαιμός σου.

Ωστόσο, αν καθώς διαβάζετε αυτό το σύντομο άρθρο, επιμένετε να θέλετε να μάθετε πότε θα κινηθούν οι εργάτες για να ανατρέψουν το καπιταλιστικό σύστημα, είμαι πρόθυμος να σας δώσω μια πολύ ακριβή απάντηση.

Οι εργάτες θα κινηθούν όταν είναι έτοιμοι.

Ούτε ένα λεπτό νωρίτερα.

Και ούτε ένα λεπτό αργότερα.

Γεωλογία και κοινωνιολογία

Το ίδιο το γεγονός ότι κάποιος μπορεί να κάνει την ερώτηση γιατί δεν έχει γίνει επανάσταση φανερώνει περισσότερα από την απλή ύπαρξη σύγχυσης. Αναδεικνύει μια πλήρη άγνοια των στοιχειωδών νόμων της επανάστασης και του τρόπου με τον οποίο οι μάζες συνειδητοποιούνται. Καμία από τις δύο δεν είναι μια αυτόματη ή μηχανιστική διαδικασία και, όπως θα δούμε, σχετίζονται στενά μεταξύ τους.

Ας αρχίσουμε, όπως πάντα, με τις θεμελιώδεις αρχές. Η διαλεκτική εξηγεί ότι υπάρχει μια ομοιότητα μεταξύ της κοινωνίας και της γεωλογίας. Οι ενδείξεις από τις αισθήσεις μας, μας λένε ότι το έδαφος φαίνεται στέρεο και συμπαγές κάτω από τα πόδια μας («σταθερό σαν βράχος», όπως λέει η έκφραση). Όμως η γεωλογία μας διδάσκει ότι οι βράχοι δεν είναι καθόλου σταθεροί, και ότι το έδαφος κάτω από τα πόδια μας κινείται συνεχώς.

Στην επιφάνεια, τα πάντα μπορεί να φαίνονται ήσυχα και «ανακουφιστικά» στέρεα. Όμως κάτω από την επιφάνεια, υπάρχει ένας τεράστιος ωκεανός καυτού υγρού πετρώματος, απίστευτες θερμοκρασίες και πιέσεις που ψάχνουν ένα αδύναμο σημείο στην επιφάνεια της Γης. Τελικά, η στοιχειώδης δύναμη της πίεσης σταδιακά αυξάνεται σε σημείο όπου σπάνε τα φράγματα και το μάγμα τελικά βγαίνει στην επιφάνεια μέσω μιας βίαιης έκρηξης, εκτονώνοντας κολοσσιαίες συσσωρευμένες δυνάμεις μέσα από μια ηφαιστειακή έκρηξη.

Εδώ έχουμε μια πολύ ακριβή αναλογία για την ανθρώπινη κοινωνία. Στην επιφάνεια, όλα είναι ήρεμα, και διακόπτονται μόνο από σποραδικές δονήσεις, που περνούν αφήνοντας το κατεστημένο λίγο πολύ ανενόχλητο. Οι υπερασπιστές του κατεστημένου αφήνονται να εξαπατηθούν από την ιδέα ότι όλα είναι καλά. Όμως, κάτω από την επιφάνεια υπάρχει δυσαρέσκεια, πικρία, και οργή, που σιγά σιγά συσσωρεύεται μέχρι να φτάσει ένα κρίσιμο σημείο όπου ένας κοινωνικός σεισμός γίνεται αναπόφευκτος.

Είναι αδύνατο να προβλεφθεί το ακριβές σημείο στο οποίο θα συμβεί αυτή η αλλαγή, όπως είναι αδύνατο να προβλεφθεί με ακρίβεια ένας σεισμός, παρόλη την πρόοδο της σύγχρονης επιστήμης και τεχνολογίας. Η επιστήμη μας πληροφορεί ότι η πόλη του Σαν Φρανσίσκο είναι χτισμένη πάνω σε ένα ρήγμα του φλοιού της Γης, γνωστό ως ρήγμα του Αγίου Ανδρέα. Αυτό σημαίνει ότι αργά ή γρήγορα, στην πόλη αυτή θα εκδηλωθεί ένας κατακλυσμιαίος σεισμός.

Παρόλο που κανένας δεν ξέρει πότε θα συμβεί αυτό, είναι αρκετά σίγουρο. Και είναι το ίδιο σίγουρο ότι θα συμβούν επαναστατικές εκρήξεις εκεί που η αστική τάξη και οι στρατηγικοί αναλυτές, οικονομολόγοι και πολιτικοί που προσλαμβάνει δεν το περιμένουν.

Με μια πολύ παραστατική φράση, ο Τρότσκι μιλά για τις «μοριακές διεργασίες της επανάστασης», οι οποίες συντελούνται αδιάκοπα στα μυαλά των εργατών. Όμως, καθώς αυτή είναι μια σταδιακή διαδικασία που δεν επηρεάζει την γενική πολιτική φυσιογνωμία της κοινωνίας, περνάει απαρατήρητη από όλους – εκτός από τους Μαρξιστές.

Όμως, ακόμα και οι πλέον στοιχειώδεις αρχές και μέθοδοι του Μαρξισμού δεν είναι κατανοητές από όλους όσοι ισχυρίζονται ότι είναι Μαρξιστές. Το είδαμε αυτό στη Γαλλία τον Μάη του ‘68, όταν οι ανίδεοι σεχταριστές του είδους του Μαντέλ, είχαν ξεγράψει εντελώς τους Γάλλους εργάτες ως «αστικοποιημένους» και «αμερικανοποιημένους». Λιγότεροι από τέσσερα εκατομμύρια εργάτες ήταν γραμμένοι στα συνδικάτα, όμως 10 εκατομμύρια εργαζόμενοι κατέλαβαν τα εργοστάσια, σε αυτήν τη μεγαλύτερη επαναστατική γενική απεργία της Ιστορίας. Αλλά, το αν τέτοιες εκρήξεις μπορούν να οδηγήσουν σε μια νικηφόρα σοσιαλιστική επανάσταση είναι ένα εντελώς διαφορετικό ζήτημα.

Το 1968 οι Γάλλοι εργάτες είχαν την εξουσία στα χέρια τους. Ο πρόεδρος Ντε Γκωλ έλεγε στον Αμερικανό πρέσβη: «Το παιχνίδι τελείωσε. Σε λίγες μέρες οι Κομμουνιστές θα είναι στην εξουσία». Και αυτό ήταν απολύτως εφικτό. Αν δεν συνέβη, η ευθύνη δεν ήταν της εργατικής τάξης, η οποία έκανε ό,τι μπορούσε για να πραγματοποιήσει μια επανάσταση, αλλά της ηγεσίας. Αυτό είναι το κεντρικό ζήτημα στο οποίο θα επιστρέψουμε αργότερα.

Οι συνθήκες για μια επανάσταση

Για να νικήσει, μια σοσιαλιστική επανάσταση απαιτεί συγκεκριμένες συνθήκες. Αυτές έχουν και έναν αντικειμενικό και έναν υποκειμενικό χαρακτήρα.

Το απλό γεγονός μιας οικονομικής κρίσης – από μόνο του – δεν είναι αρκετό για να γίνει μια επανάσταση. Ούτε η πτώση των συνθηκών διαβίωσης είναι αρκετή. Ο Λέον Τρότσκι κάποτε παρατήρησε ότι αν η φτώχεια ήταν η αιτία των επαναστάσεων, οι μάζες θα ήταν πάντα σε κατάσταση εξέγερσης.

Κάποιοι σεχταριστές συμπεριφέρονται σαν να είναι όντως οι μάζες σε μια μόνιμη κατάσταση εξέγερσης, πάντα έτοιμες για επανάσταση. Αλλά τα πράγματα δεν είναι έτσι. Το ότι το καπιταλιστικό σύστημα είναι σε βαθιά κρίση είναι ένα προφανές γεγονός που δεν απαιτεί απόδειξη. Όμως, το πώς εκλαμβάνεται αυτό από τις μάζες είναι εντελώς διαφορετικό ζήτημα. Αυταπάτες που έχουν συσσωρευτεί σε βάθος πολλών ετών και δεκαετιών δεν θα απομακρυνθούν εύκολα. Απαιτούνται σημαντικά σοκ για να καταστραφεί η υπάρχουσα ισορροπία.

Είναι αλήθεια ότι, μιλώντας αντικειμενικά, οι συνθήκες για μια σοσιαλιστική επανάσταση όχι μόνο υπάρχουν, αλλά έχουν ωριμάσει εδώ και καιρό. Είναι, μάλιστα, κάπως υπερώριμες. Όμως η ιστορία της ανθρωπότητας φτιάχνεται από τις πράξεις των ανδρών και των γυναικών. Και ως υλιστές, ξέρουμε ότι η ανθρώπινη συνείδηση γενικά δεν είναι επαναστατική, αλλά βαθιά συντηρητική. Το ανθρώπινο μυαλό απεχθάνεται έντονα κάθε είδους αλλαγή.

Αυτός είναι ένας βαθιά εδραιωμένος ψυχολογικός μηχανισμός αυτοάμυνας τον οποίο έχουμε κληρονομήσει από ένα μακρινό παρελθόν, που έχει σβηστεί εδώ και πολύ καιρό από τη μνήμη μας αλλά αφήνει ένα ανεξίτηλο αποτύπωμα στο υποσυνείδητό μας. Είναι ένας νόμος ριζωμένος στην επιθυμία για αυτοσυντήρηση.

Ως αποτέλεσμα, η συνείδηση των μαζών πάντα τείνει να μένει πίσω από τα γεγονότα, και αυτή η καθυστέρηση μπορεί να είναι αρκετά μεγάλη, ως προϊόν όλης της προηγούμενης εμπειρίας. Αυτό είναι ένα γεγονός που πρέπει συνεχώς να έχουμε στο μυαλό μας όταν αναλύουμε την παρούσα κατάσταση.

Υπάρχει μια παλιά κινέζικη παροιμία που μας λέει ότι η μεγαλύτερη ατυχία που μπορεί να χτυπήσει έναν άνθρωπο είναι να ζήσει σε ενδιαφέρουσες εποχές. Όταν η γη αρχίζει να τρέμει κάτω από τα πόδια ενός ανθρώπου, όταν οι παλιοί ναοί και τα παλάτια καταρρέουν, αυτή είναι, αρχικά, μια ιδιαίτερα τρομακτική εμπειρία.

Οι άνθρωποι θα αρχίσουν να τρέχουν από δω κι από κει, προσπαθώντας να βρουν ασφάλεια. Όμως καμιά ασφάλεια δεν μπορεί να βρεθεί με τα παλιά μέσα. Επομένως, τα παλιά μέσα πρέπει να εγκαταλειφθούν και νέα μέσα πρέπει βρεθούν. Σημαντικά σοκ έχουν ήδη αρχίσει να ταρακουνούν την εμπιστοσύνη των ανθρώπων προς την υπάρχουσα κοινωνία.

Ωστόσο, είναι επίσης αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι οι περισσότεροι άνθρωποι νιώθουν πιο ασφαλείς και πιο άνετα μέσα στο οικείο περιβάλλον στο οποίο γεννήθηκαν και έζησαν το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους. Ακόμα και όταν οι καιροί είναι δύσκολοι, θα γαντζωθούν πεισματικά από την πεποίθηση ότι το αύριο θα είναι καλύτερο και ότι τελικά οι «κανονικοί καιροί» θα επανέλθουν.

Και όταν οι επαναστάτες επισημαίνουν την ανάγκη για μια επανάσταση, η πρώτη τους αντίδραση είναι να κουνήσουν το κεφάλι και να πουν: «Καλύτερος ο Διάβολος που ξέρεις, από τον Διάβολο που δεν ξέρεις». Και αυτή είναι μια απολύτως φυσιολογική αντίδραση. Η επανάσταση είναι ένα άλμα στο σκοτάδι, το οποίο ποιος ξέρει πού θα τους οδηγήσει;

Η δύναμη της αδράνειας

Η άρχουσα τάξη έχει στα χέρια της πολύ ισχυρά όπλα για να υπερασπιστεί τον πλούτο και την εξουσία της: το κράτος, το στρατό, την αστυνομία, το δικαστικό σύστημα, τα ΜΜΕ και ολόκληρο το εκπαιδευτικό σύστημα. Όμως το πιο ισχυρό όπλο στο οπλοστάσιο της δεν είναι κανένα από αυτά. Είναι η δύναμη της συνήθειας, η οποία είναι το κοινωνικό αντίστοιχο της δύναμης της αδράνειας στη μηχανική.

Η δύναμη της αδράνειας είναι ο γνωστός νόμος που ισχύει για όλα τα σώματα, και ο οποίος δηλώνει ότι θα παραμένουν πάντα στην κατάστασή τους, είτε ηρεμίας είτε κίνησης, εκτός αν εμφανιστεί κάποια εξωτερική αιτία για να μεταβάλει αυτήν την κατάσταση, που ονομάζεται αντίσταση ή δράση. Ο ίδιος αυτός νόμος ισχύει και στην κοινωνία.

Ο καπιταλισμός γεννά και συντηρεί συνήθειες υπακοής που κρατούν για δεκαετίες, οι οποίες μεταφέρονται εύκολα από το σχολείο στη γραμμή παραγωγής και από εκεί στους στρατώνες.

Το νεκρό βάρος της παράδοσης και της καθημερινής ρουτίνας βαραίνει πάνω στα μυαλά των ανθρώπων και τους αναγκάζει να υπακούσουν τις απόψεις του. Αυτό σημαίνει ότι οι μάζες, τουλάχιστο αρχικά, θα παίρνουν πάντα το δρόμο της ελάχιστης αντίστασης. Αλλά τελικά, τα σφυροκοπήματα των μεγάλων γεγονότων θα τις αναγκάσουν να αρχίσουν να αμφισβητούν τις αξίες, την ηθική, τη θρησκεία, και τις πεποιθήσεις, που έχουν διαμορφώσει την σκέψη τους σε όλη τους τη ζωή.

Χρειάζονται κολοσσιαία γεγονότα προκειμένου οι μάζες να ταρακουνηθούν από τη ρουτίνα που καταστρέφει το μυαλό, να αναγκαστούν να συνειδητοποιήσουν την πραγματική τους θέση, να αμφισβητήσουν τις παλιές πεποιθήσεις τους που τις νόμιζαν αδιαμφισβήτητες, και να βγάλουν επαναστατικά συμπεράσματα. Αυτό αναπόφευκτα χρειάζεται χρόνο. Αλλά μέσα σε μια επανάσταση, η συνείδηση των μαζών υφίσταται τεράστια ώθηση. Μπορεί να μεταμορφωθεί πλήρως μέσα σε διάστημα 24 ωρών.

Βλέπουμε την ίδια διαδικασία σε κάθε απεργία. Συμβαίνει συχνά οι πιο προχωρημένοι εργαζόμενοι να εκπλήσσονται όταν μερικοί από τους πιο οπισθοδρομικούς και συντηρητικούς εργάτες ξαφνικά μεταμορφώνονται στους πιο δραστήριους και ενεργούς αγωνιστές.

Μια απεργία είναι μια επανάσταση σε μικρογραφία. Και σε κάθε απεργία, η σημασία της ηγεσίας είναι αποφασιστική για τη διαδικασία εξέλιξης της συνείδησης. Πολύ συχνά, μια μαχητική ομιλία ενός μόνο αγωνιστή σε μια μαζική συγκέντρωση, μπορεί να κάνει τη διαφορά ανάμεσα στην επιτυχία και την αποτυχία της απεργίας. Αυτό μας φέρνει στο κύριο ζήτημα.

Ο υποκειμενικός παράγοντας στην Ιστορία

Τα αυθόρμητα μαζικά επαναστατικά κινήματα αποκαλύπτουν την κολοσσιαία ισχύ των μαζών. Μόνο ως δυνητική ισχύ όμως, όχι πραγματική. Απουσία του υποκειμενικού παράγοντα, ακόμα και το πιο θυελλώδες μαζικό κίνημα δεν μπορεί να λύσει τα σημαντικότερα προβλήματα της τάξης.

Εδώ πρέπει να καταλάβουμε ότι υπάρχει μια θεμελιώδης διαφορά μεταξύ της σοσιαλιστικής επανάστασης και των αστικών επαναστάσεων του παρελθόντος. Αντίθετα με μια αστική επανάσταση, μια σοσιαλιστική επανάσταση απαιτεί τη συνειδητή κίνηση της εργατικής τάξης, η οποία πρέπει όχι μόνο να πάρει στα χέρια της τα ηνία της κρατικής εξουσίας, αλλά επίσης, ευθύς εξαρχής, να πάρει υπό το συνειδητό έλεγχό της τις παραγωγικές δυνάμεις.

Μέσω του μηχανισμού του εργατικού ελέγχου στα εργοστάσια, ανοίγεθ το δρόμο για μια δημοκρατικά διαχειριζόμενη, σοσιαλιστική σχεδιασμένη οικονομία. Αυτό δεν ίσχυε καθόλου για τις αστικές επαναστάσεις του παρελθόντος, αφού η καπιταλιστική οικονομία της αγοράς δεν απαιτεί απολύτως κανένα σχεδιασμό ή συνειδητή παρέμβαση.

Ο καπιταλισμός εμφανίστηκε ιστορικά αυθόρμητα, ως αποτέλεσμα της εξέλιξής των παραγωγικών δυνάμεων υπό τη φεουδαρχία. Οι θεωρίες των αστών επαναστατών ηγετών, στο βαθμό που υπήρχαν, ήταν απλώς μια ασυνείδητη αντανάκλαση των αναγκών της αναδυόμενης αστικής τάξης, των αρχών της, της θρησκείας της και της ηθικής της.

Η στενή σχέση μεταξύ του Προτεσταντισμού (και ειδικά του Καλβινισμού) και των αξίων της αναδυόμενης αστικής τάξης αναλύθηκαν λεπτομερώς από τον Μαξ Βέμπερ, παρόλο που, ως ιδεαλιστής, παρουσίασε τη σχέση ανάποδα.

Έναν αιώνα αργότερα, στη Γαλλία, ο ορθολογισμός του Διαφωτισμού προετοίμασε θεωρητικά το έδαφος για τη Μεγάλη Γαλλική Επανάσταση, η οποία διακήρυξε τολμηρά την κυριαρχία της Λογικής, ενώ στην πράξη προετοίμασε το έδαφος για την κυριαρχία της αστικής τάξης.

Περιττό να ειπωθεί ότι, τόσο με την προηγούμενη θρησκευτική τους φορεσιά, όσο και όταν αργότερα ντύθηκαν με τον μεγαλοπρεπή μανδύα της Λογικής, οι κυρίαρχες ιδέες δεν αντιπροσώπευαν αληθινά τα ωμά, υλιστικά, άπληστα συμφέροντα της αστική τάξης. Αντίθετα, αυτές οι μεταμφιέσεις ήταν απολύτως αναγκαίες ως μέσα για να κινητοποιηθούν οι λαϊκές μάζες να επαναστατήσουν ενάντια στην παλιά τάξη πραγμάτων ενώ αγωνίζονταν κάτω από τη σημαία των μελλοντικών τους αφεντικών.

Στο βαθμό που αυτές οι θεωρίες δεν αντανακλούσαν επαρκώς (ή και που αντέκρουαν ακόμα) τα συμφέροντα της ανερχόμενης αστικής τάξης, πετάχτηκαν στα σκουπίδια και αντικαταστάθηκαν από άλλες ιδέες, οι οποίες εφάρμοζαν στο νέο κοινωνικό σύστημα πιο ικανοποιητικά.

Στα αρχικά στάδια της Αγγλικής Επανάστασης, ο Όλιβερ Κρόμγουελ χρειάστηκε να σπρώξει παράμερα τα αστικά στοιχεία για να ολοκληρώσει την ανατροπή της παλιάς μοναρχικής τάξης, στηριζόμενος στα πιο επαναστατικά πληβειακά και ημιπρολεταριακά στοιχεία. Διακήρυξε ότι παλεύει για να φέρει το Βασίλειο του Θεού στη Γη, ώστε να ξεσηκώσει τις μάζες.

Όμως έχοντας πετύχει αυτό το καθήκον, στράφηκε εναντίον της αριστερής πτέρυγας, συνέτριψε τους Ισοπεδωτές και άνοιξε την πόρτα για την αντεπαναστατική αστική τάξη, η οποία προχώρησε σε συμβιβασμό με το βασιλιά και μετά πραγματοποίησε την λεγόμενη Ένδοξη Επανάσταση του 1688, η οποία τελικά εδραίωσε την κυριαρχία της αστικής τάξης. Οι παλιές ιδέες των Πουριτανών απορρίφθηκαν, και εξαναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν στις ακτές του Νέου Κόσμου για να ασκήσουν τα θρησκευτικά τους πιστεύω.

Μια ανάλογη διαδικασία παρατηρείται και στη Γαλλική Επανάσταση, όπου η επαναστατική δικτατορία των Ιακωβίνων, βασιζόμενη στη στήριξη των ημιπρολεταριακών μαζών των Παριζιάνων Αβράκωτων, αρχικά ανατράπηκε από τη Θερμιδωριανή αντίδραση και το Διευθυντήριο, έπειτα ακολούθησε η Υπατεία και η δικτατορία του Ναπολέοντα Βοναπάρτη, και τελικά απήλθε η παλινόρθωση των Βουρβόνων μετά τη Μάχη του Βατερλώ. Η τελική νίκη της Γαλλικής αστικής τάξης εξασφαλίστηκε μόνο μετά την επανάσταση του 1830 και την ηττημένη προλεταριακή επανάσταση του 1848.

Η Ρωσική Επανάσταση

Ο κρίσιμος ρόλος του υποκειμενικού παράγοντα μπορεί να φανεί πολύ καθαρά στη Ρωσική Επανάσταση. Ο Λένιν έγραφε το 1902:

«Χωρίς επαναστατική θεωρία δεν μπορεί να υπάρξει επαναστατικό κίνημα. Όσο κι αν επιμείνουμε σε αυτήν την ιδέα δεν θα είναι υπερβολή, σε μια εποχή που η μόδα του οπορτουνιστικού κηρύγματος βαδίζει χέρι χέρι με τις πιο στενές μορφές πρακτικής δραστηριότητας». (Λένιν, «Τι να κάνουμε;», Wellred Books, 2018, σελ. 26)

Και προσθέτει ότι «ο ρόλος του πρωτοπόρου μαχητή μπορεί να εκπληρωθεί μόνο από ένα κόμμα που καθοδηγείται από την πιο προηγμένη θεωρία». (ο.π., σελ. 27)

Αυτό δεν ίσχυε για την αστική επανάσταση, για τους λόγους που ήδη αναφέραμε. Υπήρξε όμως απολύτως απαραίτητο για την επιτυχία της σοσιαλιστικής επανάστασης, όπως είδαμε το 1917.

Η επανάσταση του Φλεβάρη πραγματοποιήθηκε χωρίς καμία συνειδητή επαναστατική ηγεσία. Οι εργάτες και οι στρατιώτες (δηλαδή αγρότες με στολή) έδειξαν ότι ήταν αρκετά ισχυροί για να ανατρέψουν επιτυχώς το τσαρικό καθεστώς που κυβερνούσε τη Ρωσία για αιώνες. Παρόλα αυτά, δεν πήραν την εξουσία στα χέρια τους. Αντίθετα, είχαμε το «έκτρωμα» της Δυαδικής Εξουσίας που διήρκεσε έως ότου τα σοβιέτ πήραν τελικά την εξουσία τον Νοέμβριο, υπό την ηγεσία των Μπολσεβίκων.

Γιατί οι εργάτες δεν πήραν την εξουσία τον Φεβρουάριο; Φυσικά, θα μπορούσε κανείς να απαντήσει σε αυτό το ερώτημα με κάθε είδους «έξυπνα» επιχειρήματα. Ακόμη και κάποιοι Μπολσεβίκοι υποστήριξαν ότι ο λόγος έγκειται στο γεγονός ότι το προλεταριάτο έπρεπε να υπακούσει στον «σιδηρού νόμο των ιστορικών σταδίων», ότι δεν θα μπορούσαν να «παρακάμψουν τον Φεβρουάριο» και ότι έπρεπε «να περάσουν από το στάδιο της αστικής επανάστασης». Στην πραγματικότητα αυτοί οι άνθρωποι προσπαθούσαν να καλύψουν τη δική τους δειλία, σύγχυση και ανικανότητα, επικαλούμενοι «αντικειμενικούς παράγοντες». Σε αυτούς τους ανθρώπους ο Λένιν απάντησε περιφρονητικά:

«Γιατί δεν παίρνουν την εξουσία; Ο Στεκλόφ λέει: για τον έναν και τον άλλο λόγο. Αυτό είναι μια ανοησία. Γεγονός είναι ότι το προλεταριάτο δεν είναι αρκετά οργανωμένο και ταξικά συνειδητοποιημένο. Αυτό πρέπει να το παραδεχτούμε: η υλική δύναμη βρίσκεται στα χέρια του προλεταριάτου, αλλά η αστική τάξη αποδείχθηκε προετοιμασμένη και ταξικά συνειδητοποιημένη. Αυτό είναι ένα τερατώδες γεγονός, και θα πρέπει να γίνει ειλικρινά και ανοιχτά παραδεκτό και να ειπωθεί στο λαό ότι δεν πήρε την εξουσία επειδή ήταν ανοργάνωτος και όχι αρκετά συνειδητοποιημένος». (Λένιν, «Έκθεση σε μια συνάντηση των αντιπροσώπων των Μπολσεβίκων στην Παν-Ρωσική Συνδιάσκεψη των Σοβιέτ των Αντιπροσώπων των Εργατών και των Στρατιωτών», 4 Απριλίου 1917, Διαλεκτά Έργα, τόμ. 36, σελ. 437, δικιά μου έμφαση)

Ας είμαστε ξεκάθαροι. Χωρίς την παρουσία του Μπολσεβίκικου Κόμματος – στην πραγματικότητα, χωρίς την παρουσία δύο ανθρώπων, του Λένιν και του Τρότσκι – η Οκτωβριανή Επανάσταση δεν θα είχε γίνει ποτέ, θα είχε ματαιωθεί και θα είχε καταλήξει στην αντεπανάσταση και ένα φασιστικό καθεστώς.

Με άλλα λόγια, η ισχύς της εργατικής τάξης – που είναι γεγονός – θα παρέμενε απλώς μια θεωρητική δυνατότητα. Και αυτό δεν είναι ποτέ αρκετό. Αυτή είναι η τεράστια σημασία του υποκειμενικού παράγοντα στην Ιστορία.

Κατάρρευση του κέντρου

Ολόκληρη η κατάσταση σήμερα «εγκυμονεί» επαναστατικά ξεσπάσματα. Θα συμβούν, όπως η νύχτα ακολουθεί τη μέρα, είτε υπάρχει επαναστατικό κόμμα είτε όχι. Αλλά στον πόλεμο μεταξύ των τάξεων, όπως και στους πολέμους μεταξύ κρατών, η ύπαρξη καλών στρατηγών είναι καθοριστικός παράγοντας. Και εκεί βρίσκεται το πρόβλημα.

Οι μάζες προσπαθούν να βρουν μια διέξοδο από αυτόν τον εφιάλτη. Δοκιμάζουν το ένα μετά το άλλο τα κόμματα και τους ηγέτες, και τους πετάνε μετά στον σκουπιδοτενεκέ της Ιστορίας. Αυτό εξηγεί την ακραία αστάθεια της πολιτικής ζωής σε όλες τις χώρες αυτή τη στιγμή. Το πολιτικό εκκρεμές ταλαντεύεται βίαια προς τα δεξιά και προς τα αριστερά.

Το κύριο θύμα είναι αυτό το παράξενο «ζώο», το Κέντρο. Αυτό το γεγονός προκαλεί σοβαρή ανησυχία στους στρατηγούς του κεφαλαίου, επειδή το κέντρο αντιπροσωπεύει ένα είδος αντίβαρου που εξισορροπεί τα δύο άκρα, στα αριστερά και τα δεξιά, και έτσι τα εξουδετερώνει. Είναι εκείνο το θολό τοπίο όπου όλες οι διαχωριστικές γραμμές ξεθωριάζουν σε σημείο ανυπαρξίας, όπου η κενή ρητορεία και οι αόριστες υποσχέσεις πλασάρονται ως αληθινές δεσμεύσεις ή τουλάχιστον ως γραμμάτια που μπορεί να εξαργυρωθούν σε κάποια μελλοντική (απροσδιόριστη) ημερομηνία.

Για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, το κέντρο εκπροσωπούνταν στις Ηνωμένες Πολιτείες από δύο κόμματα, τους Ρεπουμπλικάνους και τους Δημοκρατικούς, και στη Βρετανία από το Εργατικό και το Συντηρητικό Κόμμα, τα οποία ήταν λίγο πολύ παρόμοια μεταξύ τους. Αλλά αυτό είχε υλική βάση.

Τη μεταπολεμική περίοδο, όταν ο καπιταλισμός γνώριζε μια άνευ προηγουμένου οικονομική ανάπτυξη, τα εργατικά και τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα ήταν σε θέση να κάνουν σημαντικές μεταρρυθμίσεις, όπως το δωρεάν δημόσιο σύστημα υγείας στη Βρετανία. Αυτή η περίοδος έχει παρέλθει προ πολλού.

Σήμερα, η άρχουσα τάξη δεν μπορεί να ανεχτεί ούτε καν την διατήρηση των παλιών κατακτήσεων, πόσο μάλλον την υλοποίηση νέων μεταρρυθμίσεων. Η παλιά βεβαιότητα έχει χαθεί και μαζί της, η παλιά σταθερότητα επίσης. Παντού υπάρχει αστάθεια και κρίσεις. Η κρίση του καπιταλισμού είναι και κρίση του ρεφορμισμού.

Ο ρόλος της «Αριστεράς»

Η κρίση του ρεφορμισμού και η κατάρρευση του Σταλινισμού σημαίνουν ότι υπάρχει ένα κενό στα αριστερά. Και αφού η φύση απεχθάνεται το κενό, αυτό πρέπει να καλυφθεί. Εφόσον η Μαρξιστική τάση δεν έχει τις δυνάμεις να το κάνει, αυτός ο χώρος θα καταληφθεί από τους αριστερούς ρεφορμιστές.

Για ιστορικούς λόγους που δεν μπορούμε να αναλύσουμε εδώ, οι γνήσιες Μαρξιστικές δυνάμεις είχαν συρρικνωθεί. Δεδομένης της αδυναμίας του υποκειμενικού παράγοντα, είναι αναπόφευκτο όταν οι μάζες αφυπνιστούν στην πολιτική ζωή να στραφούν στις υπάρχουσες οργανώσεις και στους γνωστούς ηγέτες, ειδικά σε αυτούς με «αριστερά» διαπιστευτήρια.

Η παρούσα περίοδος λοιπόν θα χαρακτηρίζεται από την άνοδο των αριστερών ρεφορμιστών και ακόμη και κεντριστικών τάσεων. Αλλά και αυτοί οι σχηματισμοί θα τεθούν σε δοκιμασία από τις μάζες και, σε πολλές περιπτώσεις, θα έχουν απλώς έναν εφήμερο χαρακτήρα.

Αναγνωρίζοντας αυτό το γεγονός, η Μαρξιστική τάση πρέπει να έχει μια ευέλικτη στάση απέναντι στους αριστερούς ρεφορμιστές, παρέχοντάς τους υποστήριξη στο βαθμό που είναι διατεθειμένοι να αγωνιστούν ενάντια στους δεξιούς ρεφορμιστές, αλλά πάντα ασκώντας τους κριτική όταν αμφιταλαντεύονται, κάνουν απαράδεκτες παραχωρήσεις και υποχωρούν μπροστά στις πιέσεις της αστικής κοινής γνώμης και των προδοτών δεξιών ρεφορμιστών.

Η επιθυμία να επιτευχθεί μια θεμελιώδης αλλαγή στην κοινωνία δεν περιορίζεται σε μια σαφή κατανόηση του προγράμματος και των προοπτικών. Περιλαμβάνει επίσης το στοιχείο της δύναμης της θέλησης: τη συνειδητή θέληση για τη νίκη και για το ξεπέρασμα όλων των εμποδίων για την αλλαγή της κοινωνίας.

Αυτό, με τη σειρά του, πρέπει να βασίζεται σε ένα όραμα για το μέλλον και στην απόλυτη εμπιστοσύνη στην ικανότητα της εργατικής τάξης να αλλάξει την κοινωνία. Αλλά οι αριστεροί ρεφορμιστές δεν έχουν τίποτα από τα δύο. Ως εκ τούτου, αποφεύγουν συνεχώς τον κεντρικό στόχο.

Υπεκφεύγουν, χρονοτριβούν, και επιδιώκουν συμβιβασμούς, δηλαδή παραδίνονται – αφού το να επιδιώκεις ένα συμβιβασμό εκεί όπου κανένας συμβιβασμός δεν είναι εφικτός, το να χτίζεις γέφυρες μεταξύ ασυμφιλίωτων ταξικών συμφερόντων, σημαίνει να προσπαθείς να τετραγωνίσεις τον κύκλο. Οι αμφιβολίες, η ασάφεια και η αναποφασιστικότητα είναι ουσιώδη χαρακτηριστικά τους. Η ηττοπάθεια είναι ενσωματωμένη στον ίδιο τον ψυχισμό τους.

Φυσικά, δεν μπορούν να το παραδεχτούν αυτό, ούτε καν στον εαυτό τους. Αντίθετα, πείθουν τους εαυτούς τους ότι ο δικός τους δρόμος είναι ο μόνος ρεαλιστικός και ότι οποιαδήποτε άλλη πορεία θα οδηγήσει αναπόφευκτα στην καταστροφή. Βρίσκουν χίλιους λόγους για να εξαπατήσουν τον εαυτό τους και, όντας τόσο πεπεισμένοι οι ίδιοι, είναι οι πλέον κατάλληλοι για να εξαπατήσουν και τους άλλους.

Σε πολλές περιπτώσεις οι αριστεροί ρεφορμιστές είναι έντιμοι άνθρωποι. Ω ναι, είναι απόλυτα πεπεισμένοι για την ορθότητα των επιχειρημάτων τους. Και ένας ειλικρινής αριστερός ρεφορμιστής μπορεί να κάνει πολύ μεγαλύτερη ζημιά από έναν ανειλικρινή. Η προδοσία τους δεν είναι εσκεμμένη ή συνειδητή. Οι μάζες τους εμπιστεύονται πλήρως και επομένως οδηγούνται ακόμη πιο βέβαια στα βράχια της ήττας.

Ο Μάρτοφ ήταν αναμφίβολα ένας πολύ ειλικρινής και έντιμος άνθρωπος, καθώς επίσης και πολύ ικανός και έξυπνος. Ωστόσο, έπαιξε έναν πολύ αρνητικό ρόλο στην πορεία της Ρωσικής Επανάστασης.

Η περίπτωση της Ελλάδας

Στη θυελλώδη περίοδο της δεκαετίας του 1930, οι μαζικές οργανώσεις της σοσιαλδημοκρατίας βρίσκονταν σε κατάσταση αναβρασμού. Η οικονομική κρίση που ακολούθησε το κραχ της Wall Street του 1929, η επακόλουθη μαζική ανεργία, και η άνοδος του φασισμού στην Ευρώπη, παρήγαγαν το φαινόμενο που είναι γνωστό στους μαρξιστές ως «κεντρισμός», το οποίο, για να χρησιμοποιήσουμε τα λόγια του Τρότσκι, ήταν «ένα γενικό όνομα για τις περισσότερες τάσεις και ομαδοποιήσεις που βρίσκονται ανάμεσα στον ρεφορμισμό και τον μαρξισμό».

Ωστόσο, στην παρούσα περίοδο, η επαναστατική κίνηση στην κοινωνία δεν έχει γενικά εκφραστεί στις γραμμές της σοσιαλδημοκρατίας με τον τρόπο που συνέβη τη δεκαετία του 1930. Κινήματα όπως το Podemos στην Ισπανία, ο ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα και, σε πολύ μικρότερο βαθμό, το κίνημα γύρω από τον Μελανσόν στη Γαλλία, αντανάκλασαν εν μέρει την αυξανόμενη δυσαρέσκεια. Αλλά όλοι είχαν μια πολύ συγκεχυμένη πολιτική θέση, και αποτελούν μόνο μια πολύ ξεθωριασμένη εκδοχή των κεντριστικών ρευμάτων της δεκαετίας του 1930.

Στην περίπτωση της Ελλάδας, υπό συνθήκες ακραίας κοινωνικής κρίσης, ο ΣΥΡΙΖΑ, ένα μικρό αριστερό κόμμα που προέκυψε από μια δεξιά διάσπαση του σταλινικού Κομμουνιστικού Κόμματος (ΚΚΕ), αναπτύχθηκε γρήγορα σε βάρος του παραδοσιακού μαζικού ρεφορμιστικού κόμματος, του ΠΑΣΟΚ, το οποίο είχε απαξιωθεί έντονα στα μάτια των μαζών. Ο ΣΥΡΙΖΑ ήρθε στην εξουσία τον Ιανουάριο του 2015 με μια σαρωτική νίκη επί της δεξιάς Νέας Δημοκρατίας.

Μετά την κρίση του 2008, η Ελλάδα βρισκόταν στα πρόθυρα της χρεοκοπίας. Ήταν μια από τις χώρες που επλήγησαν περισσότερο από την κρίση κρατικού χρέους της Ευρώπης. Η ΕΕ, το ΔΝΤ και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα προσφέρθηκαν να διασώσουν την Ελλάδα, αλλά με τίμημα την επιβολή βάναυσων μέτρων λιτότητας. Αυτό προκάλεσε ένα μαζικό κίνημα ενάντια στη λιτότητα. Σε αντίθεση με τις κυβερνήσεις της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ, ο ΣΥΡΙΖΑ υποσχέθηκε το τέλος της λιτότητας. Αλλά στη βάση της καπιταλιστικής κρίσης, αυτό ήταν αδύνατο.

Τα αφεντικά της Ευρώπης το είδαν αυτό ως απειλή. Έπρεπε να συντρίψουν τον ΣΥΡΙΖΑ, ως προειδοποίηση για άλλους, όπως το Podemos στην Ισπανία, που ίσως έμπαιναν στον πειρασμό να ακολουθήσουν το παράδειγμά του. Ήταν αποφασισμένοι να υπονομεύσουν και να καταστρέψουν την αριστερή κυβέρνηση με κάθε διαθέσιμο μέσο. Υπό αυτές τις συνθήκες ήταν απολύτως σωστό να προκηρυχθεί δημοψήφισμα, να κινητοποιηθούν οι μάζες υπερ της κυβέρνησης και κατά της λιτότητας.

Οι όροι διάσωσης που έθεσαν οι ηγέτες της ΕΕ απορρίφθηκαν κατηγορηματικά στο δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου του 2015, όταν το 61% ψήφισε «ΟΧΙ». Με δεδομένο αυτό το ηχηρό αποτέλεσμα, ποιος θα τολμούσε να αμφισβητήσει τη μαχητικότητα της ελληνικής εργατικής τάξης; Όχι μόνο οι εργαζόμενοι, αλλά κάθε στρώμα του πληθυσμού κινητοποιήθηκε στον αγώνα. Κάθε στρώμα, εκτός από εκείνους που υποτίθεται πως θα έπρεπε να καθοδηγούν τον αγώνα.

Αν ο Τσίπρας ήταν μαρξιστής, θα μπορούσε να είχε χρησιμοποιήσει το κίνημα για να αλλάξει την κοινωνία, καλώντας τους εργαζόμενους να πάρουν στα χέρια τους τις τράπεζες και τα εργοστάσια. Ο λαός της Ελλάδας θα ήταν έτοιμος να υπομείνει δυσκολίες, όπως οι Ρώσοι εργάτες ήταν έτοιμοι να τις δεχτούν μετά την επανάσταση του 1917.

Μια επαναστατική πολιτική, μαζί με μία διεθνιστική έκκληση για υποστήριξη, θα επιδρούσε αποφασιστικά στους εργάτες της υπόλοιπης Ευρώπης και του κόσμου. Οι μάζες στην Ισπανία, την Ιταλία, τη Γαλλία και αλλού θα είχαν ανταποκριθεί με ενθουσιασμό στην έκκληση του πολιορκημένου λαού της Ελλάδας για διεθνή αλληλεγγύη. Θα ακολουθούσαν διαδηλώσεις και απεργίες που θα ανάγκαζαν τους τραπεζίτες και τους καπιταλιστές να μπουν σε άμυνα και θα άνοιγαν την πόρτα σε επαναστατικές δυνατότητες παντού.

Το ζήτημα τέθηκε ξεκάθαρα: είτε πάλη μέχρι τέλους είτε μια ατιμωτική ήττα. Αλλά οι αριστεροί ρεφορμιστές δεν παλεύουν ποτέ μέχρι το τέλος. Πάντα αναζητούν τον δρόμο της ελάχιστης αντίστασης και επιδιώκουν συμβιβασμό με την άρχουσα τάξη. Οι διαπραγματευτές του ΣΥΡΙΖΑ προσπάθησαν να παίξουν παιχνίδια με τις λέξεις, να υπεκφύγουν και να προτείνουν ημίμετρα που δεν έλυσαν τίποτα. Όμως η άλλη πλευρά δεν ενδιαφερόταν για κανένα συμβιβασμό.

Τελικά οι Ευρωπαίοι αστοί αγνόησαν τη μπλόφα. Αντιμέτωπος με ένα ξεκάθαρο δίλημμα μάχης ή παράδοσης, ο Τσίπρας επέλεξε τη δεύτερη. Δέχτηκε όρους πολύ πιο σκληρούς από αυτούς που είχαν απορριφθεί τόσο εμφατικά από τον ελληνικό λαό στο δημοψήφισμα. Μετά από αυτό το ξεπούλημα, ο Τσίπρας και η ομάδα του αποδέχθηκαν δουλικά τις επιταγές των Βρυξελλών και του Βερολίνου. Ένα κύμα θυμού έδωσε τη θέση του στην απογοήτευση και την απόγνωση.

Αυτή είναι η αναπόφευκτη συνέπεια της αριστερο-ρεφορμιστικής σύγχυσης.

Το Podemos

Στην Ισπανία, το Podemos, όπως και ο ΣΥΡΙΖΑ, έγινε μια μαζική δύναμη σε σύντομο χρονικό διάστημα, αντανακλώντας τη διακαή επιθυμία για αλλαγή από την πλευρά των μαζών, που αναζητούσαν μια καθαρή ρήξη με το παρελθόν.

Οι βασικοί ηγέτες του Podemos είχαν επηρεαστεί από τη Μπολιβαριανή Επανάσταση στη Βενεζουέλα. Αλλά ήταν εντελώς ανίκανοι να αφομοιώσουν τα διδάγματα από τα δυνατά σημεία της – την ανάγκη να κινητοποιηθούν οι μάζες με ένα τολμηρό επαναστατικό μήνυμα.

Αντίθετα, αντέγραψαν μόνο την πιο αδύναμη πλευρά του Μπολιβαριανού Κινήματος: την έλλειψη θεωρητικής σαφήνειας, τα διφορούμενα μηνύματά του και την άρνησή του να προχωρήσει την επανάσταση μέχρι το τέλος. Με μια λέξη, αντέγραψαν τα αρνητικά χαρακτηριστικά που οδήγησαν τελικά στο ναυάγιο της Βενεζουελάνικης Επανάστασης.

Το Podemos ξύπνησε τις ελπίδες εκατομμυρίων ανθρώπων. Χάρη στο ριζοσπαστικό ύφος της ρητορικής του ηγέτη του, Πάμπλο Ιγκλέσιας, το Podemos μετατράπηκε από άγνωστος πολιτικός σχηματισμός στο πρώτο κόμμα στις δημοσκοπήσεις. Αλλά όσο πλησίαζε στην εξουσία, τόσο πιο υποτονικό έκαναν ο Πάμπλο Ιγκλέσιας και οι άλλοι ηγέτες του Podemos το μήνυμά του.

Αντί να παλέψουν για να υπερκεράσουν το σοσιαλδημοκρατικό PSOE από τα αριστερά, αρκέστηκαν στην αποδοχή υπουργικών θέσεων ως κατώτεροι εταίροι σε μια κυβέρνηση συνασπισμού με το PSOE. Αντί μιας ριζικής ρήξης με τον καπιταλισμό, επέλεξαν να συμμετάσχουν σε μια κυβέρνηση που είχε ως βασικό καθήκον τη διαχείριση της κρίσης του ισπανικού καπιταλισμού.

Σε αντάλλαγμα για μερικά υπουργικά χαρτοφυλάκια, το Unidas Podemos όπως αποκαλείται σήμερα, έχει γίνει συνυπεύθυνο για τις ενέργειες μιας κυβέρνησης που έστειλε τα ΜΑΤ κατά των απεργών μεταλλεργατών στο Κάντιθ και τώρα διαχειρίζεται ευρωπαϊκά κονδύλια που συνοδεύονται από δεσμεύσεις λιτότητας.

Ως αποτέλεσμα, η υποστήριξη προς το Unidas Podemos έχει καταρρεύσει. Το κόμμα βρίσκεται σε συνεχή κρίση και έχει χάσει το μεγαλύτερο μέρος της ενεργής βάσης του. Είναι πλέον μόνο το κέλυφος αυτού που υποσχόταν να γίνει στην αρχή. Οι επαναστατικές δυνατότητες που ενυπήρχαν στην κατάσταση σπαταλήθηκαν οδηγώντας σε μια γενικευμένη απογοήτευση τα πιο προχωρημένα στρώματα των εργατών και των νέων. Πρόκειται για το λογικό αποτέλεσμα του αριστερού ρεφορμισμού.

Τα μαθήματα του Κόρμπιν

Η πιο εντυπωσιακή επιτυχία του αριστερού ρεφορμισμού ήταν η εκλογή του Τζέρεμι Κόρμπιν ως ηγέτη του Εργατικού Κόμματος. Το κύριο σημείο εδώ ήταν ότι ο Κόρμπιν εξέφρασε τα υπόγεια αισθήματα δυσαρέσκειας για το κατεστημένο. Πέτυχε μια αποφασιστική νίκη, λαμβάνοντας σχεδόν το 60% των ψήφων στις εκλογές για την ηγεσία. Ξαφνικά οι πύλες άνοιξαν και εκατοντάδες χιλιάδες νέα μέλη προσχώρησαν στο κόμμα για να τον στηρίξουν. Ήταν έτοιμα και πρόθυμα να πολεμήσουν τη δεξιά πτέρυγα.

Η άρχουσα τάξη ήταν τρομοκρατημένη. Υπήρχαν οι συνθήκες για έναν ριζικό μετασχηματισμό του Εργατικού Κόμματος. Εξετάζονταν καταστατικές αλλαγές όπως η ανάκληση βουλευτών που ξεφεύγουν από τη «γραμμή» του κόμματος και κινήσεις για την ενίσχυση της δύναμης των μελών. Η δεξιά πτέρυγα ήταν σε απόγνωση. Αρκετοί Μπλερικοί βουλευτές αποχώρησαν από το κόμμα.

Ωστόσο, οι δεξιοί ρεφορμιστές είχαν την υποστήριξη της άρχουσας τάξης και των ΜΜΕ, που οργάνωσαν μια δηλητηριώδη εκστρατεία κατά του Κόρμπιν με σκοπό να τον αναγκάσουν να παραιτηθεί. Το αποτέλεσμα ήταν το ξέσπασμα ενός εμφυλίου μέσα στο Εργατικό Κόμμα. Αλλά αυτός είχε έναν πολύ μονόπλευρο χαρακτήρα.

Κάτω από αυτές τις συνθήκες μια διάσπαση του Εργατικού Κόμματος φαινόταν αναπόφευκτη. Οι Μπλερικοί προετοιμάζονταν ξεκάθαρα για κάτι τέτοιο. Οι στρατηγοί του κεφαλαίου είχαν ήδη βγάλει το λογικό συμπέρασμα. Αλλά τελικά, όλα έληξαν άδοξα. Οι «Κορμπινικοί» κατατροπώθηκαν από τη δεξιά. Γιατί; Πώς έγινε αυτό εφικτό, όταν ο Κόρμπιν απολάμβανε τεράστια υποστήριξη στη βάση του Εργατικού Κόμματος; Η απάντηση βρίσκεται στην ίδια τη φύση του αριστερού ρεφορμισμού.

Έναν ολέθριο ρόλο έπαιξε η τάση υποστηρικτών του Κόρμπιν, Momentum (Ορμή). Αυτή, θα μπορούσε να έχει γίνει σημείο συσπείρωσης για χιλιάδες αγωνιστές. Σε διάφορες περιοχές της χώρας, πραγματοποιούνταν μεγάλες συναντήσεις του Momentum, όπου κυριαρχούσαν εμφανώς διαθέσεις οργής και ριζοσπαστικοποίησης.

Όμως η δεξιά πτέρυγα έδειξε όλη την αποφασιστικότητα που εμφανώς απουσίαζε από την πλευρά των αριστερών. Οι ηγέτες του Momentum φοβόντουσαν περισσότερο τη βάση του κόμματος παρά τη δεξιά. Σε κάθε βήμα έβαζαν φρένο και σαμποτάριζαν την εκστρατεία υπέρ της ανάκλησης των δεξιών Εργατικών βουλευτών, κάτι που οι Μαρξιστές απαιτούσαν σταθερά από την αρχή και είχε ευρεία υποστήριξη από τα απλά μέλη. Ως αποτέλεσμα, τα μέλη του Κόμματος πολεμούσαν έχοντας τα δυο τους χέρια δεμένα πίσω από την πλάτη.

Αλλά ένα μοιραίο στοιχείο ήταν ο ρόλος που έπαιξε ο ίδιος ο Κόρμπιν. Οι αριστεροί, ξεκινώντας από τον ίδιο τον Κόρμπιν, δεν ήταν διατεθειμένοι να διεξάγουν έναν σοβαρό αγώνα ενάντια στη δεξιά πτέρυγα της κοινοβουλευτικής ομάδας του Εργατικού Κόμματος. Οι ηγέτες του Momentum υπεραμύνθηκαν της προδοσίας τους λέγοντας: «Αφήσαμε το ζήτημα της ανάκλησης βουλευτών γιατί αυτό ζήτησε ο Τζέρεμι να κάνουν τα μέλη του κόμματος».

Η δικαιολογία ήταν ότι «υπερασπιζόμαστε την ενότητα». Φοβόντουσαν μια διάσπαση με τη δεξιά πτέρυγα στη κοινοβουλευτική ομάδα των Εργατικών. Αλλά ήταν απολύτως αναγκαία προκειμένου να μην χαθούν ολοκληρωτικά όλες οι κατακτήσεις της αριστερής πτέρυγας. Όμως, ακριβώς αυτό συνέβη τελικά.

Οι δεξιοί ήξεραν ακριβώς τι μπορούσαν και τι έπρεπε να κάνουν. Ακολούθησαν μια επιθετική πολιτική κατά της Αριστεράς, και ειδικότερα κατά των Μαρξιστών, και ήταν διατεθειμένοι να φτάσουν μέχρι το τέλος, ανεξάρτητα από τις όποιες συνέπειες.

Περιττό να αναφέρουμε ότι όταν οι δεξιοί πέρασαν στην αντεπίθεση, δεν έδειξαν κανένα σημάδι δειλίας, όπως έκανε η αριστερή πτέρυγα. Εξαπέλυσαν μια άγρια επίθεση, χρησιμοποιώντας όλη τη δύναμη των αστικών ΜΜΕ για να συκοφαντήσουν και να δυσφημίσουν τον Κόρμπιν. Στο τέλος, κατάφεραν να τον διαγράψουν, μαζί με έναν μεγάλο αριθμό αριστερών μελών.

Φυσικά, η Μαρξιστική τάση ήταν ο κύριος στόχος. Το Socialist Appeal (σ.: το βρετανικό τμήμα της Διεθνούς Μαρξιστικής Τάσης) απαγορεύτηκε από το κόμμα, αλλά οργάνωσε μια πολύ αποτελεσματική αντεπίθεση που βρήκε μεγάλη υποστήριξη. Αντίθετα, η Αριστερά του κόμματος συμπεριφέρθηκε με δειλό τρόπο, αρνούμενη να απαντήσει στο κυνήγι μαγισσών του Στάρμερ, το οποίο εκείνος μπόρεσε να πραγματοποιήσει μέχρι τέλους.

Η κρίση στη Βρετανία

Το «επεισόδιο Κόρμπιν», που ξεκίνησε υποσχόμενο τόσα πολλά, κατέληξε σε μια ατιμωτική καταστροφή. Χιλιάδες άνθρωποι έχουν αποχωρήσει από το Κόμμα αηδιασμένοι και η Αριστερά συντρίφτηκε πλήρως. Οι τεράστιες ψευδαισθήσεις που δημιούργησε ο Κόρμπιν, έδωσαν τη θέση τους σε μια διάθεση βαθέως σκεπτικισμού μέσα στο Εργατικό Κόμμα.

Μετά τη διάλυση της Aριστεράς, η παρούσα κατάσταση κινείται πλέον σε εντελώς διαφορετική κατεύθυνση. Αυτό, ωστόσο, δεν είναι το τέλος της ιστορίας. Τόσο για αντικειμενικούς, όσο και για υποκειμενικούς λόγους, είναι πλέον όλο και πιο σαφές ότι η Βρετανία είναι ένα από τα κύρια στοιχεία στην κρίση του ευρωπαϊκού καπιταλισμού – αν όχι, το βασικό στοιχείο. Από πιο σταθερή χώρα της Ευρώπης μόλις πριν λίγα χρόνια, είναι τώρα ίσως η πιο ασταθής. Είναι πλέον ένας από τους πιο αδύναμους κρίκους στην αλυσίδα του ευρωπαϊκού καπιταλισμού.

Ηττημένοι στο πολιτικό πεδίο, οι εργαζόμενοι στρέφονται στο βιομηχανικό πεδίο. Παρατηρείται το ξεκίνημα μιας ριζοσπαστικοποίησης στα συνδικάτα. Η κρίση της κυβέρνησης Τζόνσον θα οδηγήσει αναπόφευκτα στην πτώση της.

Το εκκρεμές, αναμφίβολα, θα κινηθεί ξανά προς τα αριστερά στο μέλλον, ειδικά εάν το Εργατικό Κόμμα υπό την ηγεσία του Κιρ Στάρμερ και των Μπλερικών έρθει στην εξουσία υπό συνθήκες βαθιάς κοινωνικής και οικονομικής κρίσης. Αυτό θα αποκάλυπτε όλες τις εσωτερικές αντιφάσεις μέσα στο Εργατικό Κόμμα, οι οποίες έχουν προσωρινά κρυφτεί, αλλά θα μπορούσαν να επανεμφανιστούν εκρηκτικά στο μέλλον.

Αυτό θα ανοίξει σοβαρές δυνατότητες για τη Μαρξιστική τάση. Όλα εξαρτώνται από την δυνατότητά μας να αναπτυχθούμε. Και τώρα είναι εφικτή μια σημαντική ανάπτυξη. Ενώ εξακολουθούμε να αποτελούμε έναν πολύ μικρό παράγοντα στην κατάσταση, το βρετανικό τμήμα της Διεθνούς Μαρξιστικής Τάσης έχει μια βάση έμπειρων στελεχών, έχει χτίσει μια ισχυρή βάση στη νεολαία, αποτελεί πλέον μια πανεθνική οργάνωση, και διαθέτει μια εφημερίδα που είναι αρκετά γνωστή στο εργατικό κίνημα.

Σε κάθε περίπτωση, οι δυνάμεις μας είναι πολύ ισχυρότερες από αυτές που είχε ο Τρότσκι στη Βρετανία τη δεκαετία του 1930 και έχουν απείρως υψηλότερο επίπεδο. Με τη σωστή τακτική, οι δυνατότητες για ανάπτυξη είναι εξαιρετικές.

Αλλαγή διάθεσης

Η παρούσα κρίση – που έχει διεθνή χαρακτήρα – είναι ποιοτικά διαφορετική από τις κρίσεις του παρελθόντος. Τα τελευταία δύο χρόνια, εκατομμύρια απλοί άνθρωποι βγάζουν συμπεράσματα αργά αλλά σταθερά. Παντού, κάτω από την επιφάνεια της φαινομενικής ηρεμίας, υπάρχει τεράστια δυσαρέσκεια. Οι μάζες καταλαμβάνονται από διαθέσεις οργής, θυμού, από ένα καυτό αίσθημα αδικίας, και πάνω από όλα, από αγανάκτηση – αφόρητη αγανάκτηση.

Μπορεί οι άνθρωποι να λένε λίγα, αλλά μουρμουρίζουν μέσα από τα δόντια τους ότι η τωρινή κατάσταση των πραγμάτων δεν αντέχεται. Η ιδέα ότι κάτι δεν πάει καλά με την υπάρχουσα κοινωνία, κερδίζει γρήγορα έδαφος. Κατά κανόνα, δεν είναι ακόμα έτοιμοι να προχωρήσουν σε άμεση δράση εναντίον της υπάρχουσας τάξης πραγμάτων.

Αλλά αργά ή γρήγορα, με ή χωρίς την απαραίτητη ηγεσία, θα αναλάβουν δράση ώστε να πάρουν τη μοίρα στα χέρια τους. Έχουμε ήδη δει πολλά τέτοια παραδείγματα. Τα τελευταία χρόνια είδαμε επαναστατικά ή προεπαναστατικά κινήματα στη Χιλή, το Σουδάν, τη Μιανμάρ, τον Λίβανο, το Χονγκ Κονγκ και αλλού.

Η τελευταία προσθήκη σε αυτόν τον κατάλογο ήταν η λαϊκή εξέγερση στο Καζακστάν στις αρχές του τρέχοντος έτους, η οποία ξεκίνησε με διαμαρτυρίες εργατών στο πετρέλαιο για την αύξηση των τιμών των καυσίμων. Αυτή ήταν μια προειδοποίηση. Οι ίδιες πιέσεις που οδήγησαν σε αυτή την εξέγερση υπάρχουν και σε πολλές άλλες χώρες.

Η άρχουσα τάξη έχει επίγνωση του κινδύνου και οι στρατηγοί του κεφαλαίου κάνουν ζοφερές προβλέψεις για την επόμενη χρονιά. Για ένα διάστημα, η κίνηση των εργαζομένων παρεμποδιζόταν από τον κορωνοϊό. Τώρα όμως, υπάρχουν ενδείξεις μιας αναζωογόνησης της ταξικής πάλης. Οι αυξήσεις των τιμών και η πτώση του βιοτικού επιπέδου, λειτουργούν ως κέντρισμα για την αύξηση των απεργιών.

Οι δημαγωγικές εκκλήσεις για εθνική ενότητα αντιμετωπίζονται με σκεπτικισμό, καθώς αποκαλύπτεται ο κυνισμός και η απληστία που επέδειξε η άρχουσα τάξη κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Η διάθεση αφύπνισης και θυμού που συσσωρευόταν σταθερά έρχεται τώρα στο προσκήνιο. Η υποστήριξη προς το κατεστημένο και τις υπάρχουσες κυβερνήσεις και ηγέτες, βρίσκεται σε ταχεία πτώση. Αλλά όλα αυτά δεν οδηγούν αυτόματα σε μια επιτυχημένη σοσιαλιστική επανάσταση.

Ο Τρότσκι είπε κάποτε για την Ισπανική Επανάσταση ότι οι Ισπανοί εργάτες θα μπορούσαν να είχαν πάρει την εξουσία, όχι μία αλλά 10 φορές. Αλλά εξήγησε επίσης ότι, χωρίς την αναγκαία ηγεσία, ακόμη και οι πιο θυελλώδεις απεργίες δεν λύνουν τίποτα.

Μια παρατεταμένη περίοδος επανάστασης και αντεπανάστασης

Υπάρχουν πολλοί παραλληλισμοί μεταξύ των δεκαετιών του 1920 και του 1930, και της σημερινής κατάστασης. Υπάρχουν όμως και σημαντικές διαφορές. Πριν από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, μια προεπαναστατική κατάσταση δεν μπορούσε να διαρκέσει πολύ και θα κινούταν γρήγορα προς την κατεύθυνση είτε της επανάστασης είτε της αντεπανάστασης (του φασισμού).

Αλλά αυτό δεν ισχύει πλέον. Από τη μια πλευρά, η άρχουσα τάξη στερείται της μαζικής κοινωνικής βάσης για την αντίδραση που υπήρχε στο παρελθόν. Από την άλλη πλευρά, ο άνευ προηγουμένου εκφυλισμός των εργατικών οργανώσεων, λειτουργεί σαν ένα σταθερό φράγμα που εμποδίζει το προλεταριάτο να πάρει την εξουσία. Ως εκ τούτου, η παρούσα κρίση θα διαρκέσει πολύ. Με πλημμυρίδες και άμπωτες, μπορεί να διαρκέσει για μερικά χρόνια, αν και είναι αδύνατο να πούμε το πόσο ακριβώς.

Όταν λέμε ότι η κρίση θα επιμηκυνθεί, αυτό δεν σημαίνει καθόλου ότι θα είναι ήπια και ειρηνική. Αντιθέτως! Έχουμε εισέλθει στην πιο ταραχώδη περίοδο της σύγχρονης Ιστορίας. Η κρίση θα χτυπήσει τη μια χώρα μετά την άλλη. Η εργατική τάξη θα έχει πολλές ευκαιρίες να πάρει την εξουσία.

Οι ξαφνικές και έντονες αλλαγές είναι βασικό χαρακτηριστικό της κατάστασης, η οποία μπορεί να μεταμορφωθεί σε διάστημα 24 ωρών. Και πρέπει να παραδεχτούμε ειλικρινά ότι υπάρχει ο κίνδυνος να κυλήσουμε σε μια στάση ρουτίνας, χρησιμοποιώντας παθητικά τις ίδιες παλιές μεθόδους και αποτυγχάνοντας να εκμεταλλευτούμε τις νέες ευκαιρίες που μας δίνονται.

Σε τέτοιες περιόδους, οι Μαρξιστές πρέπει να επιδείξουν το υψηλότερο επίπεδο ενέργειας, αποφασιστικότητας και τακτικής ευελιξίας, και να προσεγγίσουν τολμηρά τα στρώματα που κινούνται προς μια επαναστατική κατεύθυνση.

Η παρούσα κατάσταση μπορεί να διαρκέσει κάποια χρόνια χωρίς να επέλθει κάποια αποφασιστική λύση. Αλλά αυτή η καθυστέρηση δεν είναι απαραίτητα κακή. Αντίθετα, είναι εξαιρετικά ευνοϊκή για εμάς, γιατί μας δίνει χρόνο – αν και όχι όλο το χρόνο του κόσμου! – να χτίσουμε και να δυναμώσουμε την οργάνωση μας, να εντάξουμε τους καλύτερους εργάτες και νέους και να τους εκπαιδεύσουμε θεωρητικά και πρακτικά.

Μπορεί να δει κανείς σχεδόν παντού κάποια κυβερνητική κρίση και μια ολοένα και πιο επικριτική διάθεση στον πληθυσμό, στρεφόμενη κατά του κατεστημένου και όλων των θεσμών του. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τη νεολαία, η οποία είναι ιδιαίτερα ανοιχτή στις πλέον προχωρημένες επαναστατικές ιδέες.

Η μεγάλη περίοδος εξαγωγής διδαγμάτων έχει ξεκινήσει. Μπορεί να φαίνεται ότι προχωρά αργά, αλλά η Ιστορία κινείται σύμφωνα με τους δικούς της νόμους και με τις δικές της ταχύτητες, που καθορίζονται από πολλούς παράγοντες και δεν είναι πάντα εύκολο να προσδιοριστούν εκ των προτέρων.

Έχουμε δει πολλές εκθέσεις για την ανάδυση μιας στροφής προς τον κομμουνισμό στις τάξεις της νεολαίας. Ακόμη και στα πιο συντηρητικά μέρη στον Βαθύ Νότο των ΗΠΑ, υπάρχουν μεγάλα στρώματα ριζοσπαστικοποιημένων νέων που φτάνουν να θεωρούν τους εαυτούς τους κομμουνιστές.

Αυτό δεν είναι ένα περιστασιακό φαινόμενο. Αυτά είναι βασικά συμπτώματα που αποκαλύπτουν ότι κάτι πολύ σημαντικό αλλάζει στην κοινωνία και οι Μαρξιστές πρέπει να βρουν τρόπο να το εκμεταλλευτούν.

Χτίστε τη Διεθνή Μαρξιστική Τάση!

Πρέπει να δούμε τα γεγονότα κατάματα: ο υποκειμενικός παράγοντας είχε υποχωρήσει πολύ τις προηγούμενες δεκαετίες, εξαιτίας μιας σειράς αντικειμενικών παραγόντων που δεν χρειάζεται να εξηγήσουμε εδώ. Υπάρχει σήμερα σε οργανωμένη μορφή στις τάξεις της Διεθνούς Μαρξιστικής Τάσης, τουλάχιστον σε εμβρυακό στάδιο.

Αλλά ένα έμβρυο παραμένει μια αφηρημένη δυνατότητα. Για να εκπληρώσουμε τον σκοπό μας και να γίνουμε πραγματική δύναμη στην ταξική πάλη, πρέπει να προχωρήσουμε πέρα από αυτό το στάδιο.

Η Διεθνής Μαρξιστική Τάση (IMT) έχει κάνει εντυπωσιακά βήματα. Σε όλες τις χώρες αναπτυσσόμαστε, τη στιγμή που όλες οι άλλες αποκαλούμενες αριστερές ομάδες, που έχουν εγκαταλείψει προ πολλού τον μαρξισμό, βρίσκονται σε κρίση, διασπώνται και διαλύονται.

Η πρόοδος μας ήταν εφικτή χάρη στην αταλάντευτη στάση μας προς τη θεωρία και της επικέντρωσής μας στη νεολαία. Όπως είπε ο Λένιν: όποιος έχει τη νεολαία έχει το μέλλον. Ωστόσο, πρέπει να παραδεχτούμε ότι δεν είμαστε ακόμη έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε τις τεράστιες προκλήσεις που θα εμφανιστούν εκεί που δεν τις περιμένουμε.

Προκειμένου μια επαναστατική οργάνωση να εκμεταλλευτεί πλήρως μια επαναστατική ή προεπαναστατική κατάσταση, είναι απαραίτητο να διαθέτει τουλάχιστον έναν ελάχιστο αριθμό έμπειρων στελεχών και να αποτελεί μια βιώσιμη οργάνωση.

Μια επαναστατική οργάνωση που φιλοδοξεί να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο χρειάζεται ένα συγκεκριμένο μέγεθος για να μπορεί να γίνει ορατή στην εργατική τάξη. Κάτι τέτοιο δε μπορεί να αφεθεί στη τύχη ή να χτιστεί εύκολα μέσα στον πυρετό των γεγονότων.

Σε τελική ανάλυση, όλα εξαρτώνται από την ανάπτυξή μας. Και αυτό θα χρειαστεί χρόνο. Ο Τρότσκι έγραψε τον Νοέμβριο του 1931: «Στην τωρινή παγκόσμια κατάσταση, ο χρόνος είναι η πολυτιμότερη απ’ όλες τις πρώτες ύλες». Και αυτά τα λόγια είναι πιο αληθινά σήμερα από οποιαδήποτε άλλη περίοδο της Ιστορίας.

Πρέπει να προχωρήσουμε με την αίσθηση του κατεπείγοντος. Γιατί αν οι δυνάμεις μας δεν γίνουν επαρκείς για να ανταποκριθούμε στις προκλήσεις των επόμενων χρόνων, θα χαθούν σημαντικές ευκαιρίες. Πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι! Το σύνθημά μας πρέπει να είναι αυτό του μεγάλου Γάλλου επαναστάτη Δαντόν:

“De l’audace, encore de l’audace, et toujours de l’audace!”

Τόλμη, περισσότερη τόλμη, κι ακόμη πιο πολλή τόλμη!

Λονδίνο, 1η Μαρτίου 2022