Βενεζουέλα: Ο αγώνας κατά της έλλειψης φαγητού συνεχίζεται, ο Τσάβες απαλλοτριώνει αμερικανικό εργοστάσιο επεξεργασίας ρυζιού

Greek translation of Venezuela: Struggle against food shortages continues, Chavez expropriates US rice processing plant (March 9, 2009)

Κατά τη διάρκεια του 2007 και του 2008 η έλλειψη βασικών τροφίμων έχει αποτελέσει μέρος της καθημερινής ζωής για εκατομμύρια Βενεζουελανούς. Κάποιες φορές ήταν ο καφές, άλλες φορές η ζάχαρη, το γάλα, το ρύζι το μαγειρικό λάδι ή τα φασόλια που έλειπαν από τα ράφια των σουπερμάρκετ και των καταστημάτων. Αυτό δημιούργησε μία ενδεχομένως επικίνδυνη κατάσταση, η οποία θα μπορούσε να υπονομεύσει την υποστήριξη για την Μπολιβαριανή κυβέρνηση. (Για περισσότερες πληροφορίες, βλ. Erik Deemester's article)

Η ανικανότητα της βενεζουελανής κυβέρνησης να λύσει το πρόβλημα έπαιξε ρόλο-κλειδί στην ήττα στο δημοψήφισμα για την συνταγματική αναθεώρηση το Δεκέμβριο του 2007, όταν 3 εκατομμύρια υποστηρικτές του Τσάβες απείχαν από την ψηφοφορία. Αυτό εξηγεί γιατί στις αρχές του 2008 ξεκίνησε εκστρατεία με άμεση πρωτοβουλία του Τσάβες για να λυθεί το πρόβλημα, η οποία περιελάμβανε τη χρήση της Εθνικής Φρουράς για την κατάσχεση κρυφών αποθεμάτων φαγητού και την παύση της λαθραίας εξαγωγής φαγητού στην Κολομβία, όπου οι κερδοσκόποι μπορούν να πουλούν τα τρόφιμα σε πολύ πιο συμφέρουσες τιμές.

Η εκστρατεία κατέδειξε ότι η έλλειψη φαγητού ήταν αποτέλεσμα αποθησαυρισμού φαγητού, κερδοσκοπίας και λαθρεμπορίου σε πολύ μεγάλη κλίμακα. Ωστόσο, δεν πάρθηκαν τότε αποτελεσματικά μέτρα για την αντιμετώπιση της ρίζας του προβλήματος. Η ατομική ιδιοκτησία στον τομέα παραγωγής και επεξεργασίας τροφίμων αφέθηκε ανέπαφη. Όπως προειδοποιήσαμε τότε: «Η αρπαγή αποθεμάτων φαγητού από την Εθνική Φρουρά και άλλα σώματα μπορεί να ανακουφίσει προσωρινά το πρόβλημα, αλλά δεν μπορεί να το λύσει μακροπρόθεσμα. Το να βασίζεται κανείς στις οδηγίες μιας κρατικής μηχανής, η οποία συνεχίζει να αποτελεί καπιταλιστικό κράτος, για να λύσει τα προβλήματα των εργαζομένων είναι σαν να βάζει κανείς το λύκο να φυλάει τα πρόβατα» (Jorge Martín, (Βενεζουέλα, η πάλη ενάντια στο σαμποτάζ τροφίμων ξεκινά, τώρα να απαλλοτριώσουμε τα μονοπώλια!) Venezuela: the struggle against food sabotage begins, now expropriate the monopolies!) Η κερδοσκοπία και η άμεση δολιοφθορά εκ μέρους των κεφαλαιοκρατών συνεχίζεται.

Ανακαλύπτοντας την καρδιά του προβλήματος

Στο τέλος του Φεβρουαρίου και την αρχή του Μαρτίου είχαμε μια πολύ ενδιαφέρουσα τροπή. Το INDEPABIS (National Institute in Defence of People's Access to Goods and Services - Εθνικό Ινστιτούτο για την Προστασία της Πρόσβασης του Λαού σε Αγαθά και Υπηρεσίες) είναι ένα όργανο που σχεδιάστηκε για να ελέγχει τις τιμές των καταναλωτικών αγαθών, υπό την ηγεσία του περίφημου αριστερού Eduardo Samán ο οποίος πρόσφατα διορίστηκε από τον Chavez ως ο νέος Υπουργός Εμπορίου.

Το Φεβρουάριο, το INDEPABIS διεξήγαγε μία σειρά από έρευνες σε ιδιωτικές εταιρίες στον τομέα τροφίμων. Σε ένα εργοστάσιο επεξεργασίας ρυζιού στο Guarico, που ανήκει στο μεγαλύτερο παραγωγό τροφίμων της χώρας, την Polar, αποκάλυψε ότι το εργοστάσιο λειτουργούσε με τη μισή δυνατή παραγωγικότητα. Συχγρόνως, το εργοστάσιο προσέθετε τεχνητά αρτύματα στο 90% του ρυζιού του, προκειμένου να παρακάμψει τους ελέγχους τιμών που έχουν θεσπιστεί απο την κυβέρνηση και αφορούν μόνο βασικά, μη βελτιωμένα προϊόντα.

Ενώ η επίσημα ορισμένη τιμή του ρυζιού είναι 2.33 Bolivars το κιλό, το τεχνητά αρωματισμένο ρύζι μπορεί να πουλιέται στη διπλή τιμή ή περισσότερο. Κάτι τέτοιο δείχνει καθαρά ότι οι ιδιοκτήτες της Polar και άλλων εταιρειών κάνουν τα πάντα για να βγάλουν μέγιστα κέρδη από τη μισθωτή εργασία, αποφεύγοντας όλους τους ελέγχους τιμών και τους εφαρμοσμένους από την κυβέρνηση κανονισμούς.

Το Σάββατο 28 Φεβρουαρίου ο Τσάβες διέταξε κρατική παρέμβαση στο εργοστάσιο επεξεργασίας ρυζιού στο Guárico για 90 μέρες. Οι εργάτες του εργοστασίου υποστήριξαν το μέτρο με μεγάλο ενθουσιασμό και ξεκίνησαν να παράγουν 100% ατροποποίητο ρύζι. Αυτό δείχνει ότι είναι απόλυτα δυνατό να παράγεται φθηνό ρύζι, εφόσον κάτι τέτοιο γίνεται υπό τον έλεγχο της εργατικής τάξης.

Ενώ οι διευθύνοντες της Polar ισχυρίστηκαν ότι οι εργάτες «αναγκάστηκαν» από το κράτος να παραγάγουν στο 100% της δυνατής παραγωγικότητας, ο Frank Quijada, εθνικός ηγέτης της Sintraceliv, του Σοσιαλιστικού συνδικαλιστικού φορέα των εργατών της Polar, απέρριψε αυτόν τον ισχυρισμό και εξήγησε ότι οι εργάτες υποστήριξαν την κρατική παρέμβαση ως «μέτρο βοήθειας των φτωχών ανρθώπων».

Ο Τσάβες απαλλοτριώνει την Cargill, πολυεθνική εταιρεία παραγωγής τροφίμων

Έχοντας ανακαλύψει αυτή τη σκόπιμη δολιοφθορά, ο Chavez τόνισε ότι αυτό είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου. Στην τηλεοπτική εκπομπή του,Aló Presidente, την 1η Μαρτίου, απείλησε τους καπιταλιστές του τομέα τροφίμων. Έαν η δολιοφθορά συνεχιστεί, είπε, «θα απαλλοτριώσουμε όλα τους τα εργοστάσια και θα μετατρέψουμε την ατομική σε δημόσια ιδιοκτησία». Εν τω μεταξύ, το INDEPABIS συνέχιζε να ερευνά εργοστάσια ρυζιού στην Portuguesa και άλλες πολιτείες.

Τότε, την Τετάρτη 3 Μαρτίου, ο Chavez ανακοίνωσε την απαλλοτρίωση των εργοστασίων ρυζιού της Cargill, μιάς αμερικανικής πολυεθνικής εταιρείας τροφίμων. Αποκαλύφθηκε ότι αυτό το εργοστάσιο ρυζιού στην Portuguesa προσέθετε τεχνητά αρτύματα σε όλο το παραγόμενο ρύζι, για να παρακάμψει τους ελέγχους τιμών. Πέραν αυτού, το INDEPABIS βρήκε περίπου 18.000 τόνους ατροποποίητου ρυζιού στην αποθήκη του εργοστασίου.

Ο Chavez υπέγραψε το επίσημο διάταγμα απαλλοτρίωσης του εργοστασίου ρυζιού της Cargill's την 6η Μαρτίου. Στην ίδια ομιλία ανέφερε ότι στο παρελθόν η Ολιγαρχία έφτιαχνε τους νόμους, αλλά ότι αυτή η εποχή είχε τώρα τελειώσει και «Τώρα η Βενεζουέλα έχει μία κυβέρνηση που υπακούει μόνο στο σύνταγμα και το λαό της». Την Κυριακή 7 Μαρτίου, κατά την εβδομαδιαία εκπομπή του, Alo Presidente, ο Chavez απάντησε στην κριτική εκ μέρους του ιδιοκτήτη του ομίλου Polar, Lorenzo Mendoza, και προειδοποίησε, «το χέρι μου δεν θα τρέμει όταν θα χρειαστεί να απαλλοτριωθεί όλος ο όμιλος Polar εάν βρεθεί να παραβαίνει το νόμο. Ας είναι αυτό μια προειδοποίηση στη μπουρζουαζία ως σύνολο: το χέρι μου δεν θα τρέμει», προσθέτοντας, «και θα έχω την πλήρη υποστήριξη του λαού».

Σε αυτόν τον πολύ ριζοσπαστικό λόγο, ο πρόεδρος Chavez απέρριψε επίσης όσους συνηγορούν στην ανάγκη της διαπραγμάτευσης με την άρχουσα τάξη. «Μερικοί προσπαθόυν να μας πείσουν ότι έχουμε τυπικά μια ισοπαλία, ότι είμαστε πολύ κοντά [με την αντιπολίτευση], αυτό είναι εντελώς εσφαλμένο» και πρόσθεσε, «με όλη αυτή την ιστορία θέλουν να παραδωθεί η επανάσταση και να πατήσω το πόδι στο φρένο και να πώ: δεν μπορούμε να προχωρήσουμε, πρέπει να συμβιβαστούμε». Σε αυτές τις ιδέες απάντησε: «Η επανάσταση πρέπει να συνεχιστεί. Δεν μπορεί να υπάρξει κανένας συμβιβασμός ούτε με την ολιγαρχία ούτε με κανέναν άλλον˙ θα φροντίσω να πατήσουμε το γκάζι της Επανάστασης».

Στο γενικότερο πλαίσιο της σύγκρουσης με τους καπιταλιστές, όσον αφορά στην παραγωγή τροφίμων, ανέφερε επίσης την ανάγκη η Εθνοσυνέλευση να περάσει τους κατάλληλους νόμους που θα εφαρμόζουν τη λαϊκή βούληση, τώρα που η εκλογική διαδικασία έχει τελειώσει. «Έχουμε την απόλυτη πλειοψηφία» στην Εθνοσυνέλευση, είπε. Τώρα είναι ώρα να «διαλύσουμε το παλιό αστικό κράτος, πριν μας διαλύσει αυτό». Αυτό είναι απόλυτα σωστό, αλλά αποτελεί ευθύνη και του εργατικού κινήματος και της ηγεσίας του να ληφθεί η πρωτοβουλία. Πολλές ευκαιρίες έχουν πάει χαμένες στο παρελθόν. Είναι ώρα να κάνουμε την καθοριστική κίνηση.

Έρευνα της Polar και άλλων εργοστασίων

Το 2008, ο Chavez προειδοποίησε την Polar, τον μεγαλύτερο παραγωγό τροφίμων της χώρας, ότι δεν θα δίσταζε να την απαλλοτριώσει, εάν συνέχιζε τη δολιοφθορά της. Στους τελευταίους του λόγους, ο Τσάβες επανέφερε το θέμα. Την 6η Μαρτίου, ο Τσάβες τόνιζε ότι εάν η Polar δεν υπακούσει στους νόμους, θα απαλλοτριωθεί.

Την 7η Μαρτίου ο Eduardo Samán δήλωσε ότι ζητά τώρα από τον Πρόεδρο Τσάβες να απαλλοτριώσει ένα από τα εργοστάσια επεξεργασίας ρυζιού της Polar - το ανωτέρω αναφερόμενο εργοστάσιο στο Guárico. Ο λόγος είναι ότι οι διευθύνοντες θα απολύσουν κατά πάσα πιθανότητα το μεγαλύτερο μέρος του εργατικού δυναμικού, μόλις τελειώσει τη κρατική παρέμβαση σε 90 ημέρες. Αυτό είναι το πιο πιθανό ενδεχόμενο, καθώς οι εργαζόμενοι συγκρούονται ήδη με τα αφεντικά, ως αποτέλεσμα της υποστήριξης εκ μέρους τους της κρατικής παρέμβασης.

Ωστόσο, δεν ερευνώνται μόνο εργοστάσια ρυζιού. Την 6η Μαρτίου, η εφημερίδα Ultimas Noticias έφερε τον τίτλο «Ahora le toca a las areperas» («Τώρα είναι η σειρά των παραγωγών») στο πρωτοσέλιδό της. Ο Samán είπε ότι αναρωτιέται πώς η Arepa [ένα παραδοσιακό ψωμί από αλεύρι καλαμποκιού] πουλιέται στους δρόμους για 20 Bolivars, ενώ το κόστος παραγωγής της είναι μόλις 1.50 Bolivars. Τόνισε ότι το INDEPABIS ερευνά τώρα τόσο τα εστιατόρια όσο και τα καταστήματα που πουλούν Arepa καθώς και την εταιρία Remavenca, παραγωγό αλευριού καλαμποκιού, που ανήκει στην Polar. Ο Samán ανακοίνωσε ότι τα εργοστάσια επεξεργασίας γάλακτος θα τίθεντο επίσης υπό έρευνα, για να ελεγχθεί εάν κι αυτά αποφεύγουν τους ελέγχους τιμών.

Οι εργάτες παίρνουν την κατάσταση στα χέρια τους

Το χαρακτηριστικότερο από τα συμβάντα των πρόσφατων γεγονότων στον αγώνα κατά της έλλειψης τροφίμων είναι η εργατική κινητοποίηση. Όταν έσπασε ο πάγος με την κρατική παρέμβαση στο εργοστάσιο ρυζιού στο Guárico, οι εργάτες από τη βιομηχανία τροφίμων από όλη τη Βενεζουέλα άρχισαν να οργανώνονται και να απαιτούν δράσεις εναντίον της δολιοφθοράς των καπιταλιστών.

Όποτε οι αξιωματικοί του INDEPABIS πήγαν να ελέγξουν εργοστάσια, βρήκαν την υποστήριξη των εργατών. Ο Juan Crespo, ο εθνικός ηγέτης της Fetraharina (Συνδικαλιστικού φορέα των εργατών αλευριού) που οργανώνει περισσότερους από 25.000 εργάτες σε εθνικό επίπεδο, είπε, «Οι εργάτες είναι αυτοί που θα ξεμπροστιάσουν τις εταιρείες και θα πουν, ορίστε η κερδοσκοπία, ορίστε ο αποθησαυρισμός - αν περί αυτού πρόκειται».

Το Σάββατο 7 Μαρτίου, ο Υπουργός Αγροτικής Οικονομίας, Elías Jaua, ζήτησε από το λαό «να βγει και να καταλάβει τα μέσα παραγωγής», εξηγώντας ότι αυτό δεν είναι ένας αγώνας «μεταξύ της κυβέρνησης και της μιας ή της άλλης εταιρείας», αλλά μάλλον «ένας αγώνας μεταξύ του λαού και της ολιγαρχίας που δημιουργεί την πείνα, εκμεταλλεύεται το λαό και αποθησαυρίζει την παραγωγή».

Απαντώντας στην κριτκή από τον πρόεδρο της Fedenaga, ομοσπονδίας εκτροφέων βοοειδών, ο Jaua είπε: «ο πρόεδρος της Fedenaga προσποιείται ότι είναι αγρότης, αλλά στην πραγματικότητα έχει μισθωτούς εργάτες που αρμέγουν τις αγελάδες. Εάν αυτός ο κύριος Fedenaga προσπαθήσει να κάνει τίποτα κόλπα, θα απαλλοτριώσουμε το αγρόκτημά του και οι εργάτες του θα εξακολουθούν να αρμέγουν τις αγελάδες. Στο τέλος της μέρας, οι γαιοκτήμονες δεν έχουν σπείρει καθόλου, δεν έχουν αρμέξει καμία αγελάδα, αλλά μάλλον διαχειρίζονται τα κέρδη, που είναι προϊόν κερδοσκοπίας και εκμετάλλευσης».

Στην περίπτωση του εργοστασίου ρυζιού στο Guárico, οι εργάτες απέδειξαν ότι μόλις οι ίδιοι αναλάβουν τον έλεγχο, η παραγωγή μπορεί να λειτουργεί ομαλά και να εκπληρώνει τις βασικές ανάγκες του πληθυσμού. Σε ένα εμβρυϊκό στάδιο, αυτό δείχνει τι θα μπορούσε να επιτευχθεί στη βάση ενός Σοσιαλιστικού σχεδίου παραγωγής, που θα έχει συζητηθεί και αποφασιστεί από τους εργάτες και το λαό γενικότερα.

Οι πραγματικοί λόγοι πίσω από την «διατροφική κρίση» της Βενεζουέλας

Σε ένα άρθρο του Jorge Martin κατά τη διάρκεια της πρώτης εκστρατείας της κυβέρνησης (Φεβρουάριος 2008), εξηγήσαμε τους λόγους της έλλειψης τροφίμων:

«Η έλλειψη τροφίμων είναι το αποτέλεσμα ενός συνδυασμού παραγόντων. Από τη μία μεριά υπάρχει φανερή οικονομική δολιοφθορά εκ μέρους της άρχουσας τάξης, που αποσκοπεί στην υπονόμευση της βάσης που υποστηρίζει τη Μπολιβαριανή επανάσταση. Τα προϊόντα αποσύρονται σκόπιμα από την αλυσίδα διανομής τροφίμων˙ τρομαχτικές ιστορίες δημοσιεύονται στα καπιταλιστικά μέσα ενημέρωσης για να οδηγήσει ο πανικός τους καταναλωτές στην αγορά τροφίμων. Από την άλλη μεριά, οι έλεγχοι των τιμών και οι κανονισμοί, τους οποίους έχει εισηγηθεί η κυβέρνηση για να προστατεύσει τους εργαζομένους, έχουν περιορίσει τα περιθώρια κέρδους για τους καπιταλιστές αγρότες, οι οποίοι ανταποκρίθηκαν αρνούμενοι να παράγουν ή πουλώντας τα προϊόντα τους στη μαύρη αγορά, καθώς και κατευθύνοντας την αγορά προς προϊόντα, για τα οποία δεν υφίστανται κανονισμοί.

«Τελικά, η ύπαρξη της μαύρης αγοράς έχει τροφοδοτήσει τη διαφθρορά σε όλα τα επίπεδα της αλυσίδας διανομής των προϊόντων, συμπεριλαμβανομένης της Mercal (κρατικό σουπερ-μάρκετ), όπου γραφειοκράτες σε διαφορετικά επίπεδα στρέφουν τα προϊόντα από τις λαϊκές αγορές στη μαύρη αγορά, όπου πουλιόνται σε πολύ μεγαλύτερη τιμή. Όλοι αυτοί οι παράγοντες προστίθενται στα προβλήματα μιας οικονομίας βασισμένης στην εξαγωγή πετρελαίου, στην οποία μία παρασιτική καπιταλιστική τάξη δεν ενδιαφέρεται να παράγει για την εθνική αγορά και ένα μεγάλο μέρος της αγροτικής οικονομίας συγκεντώνεται στα χέρια λίγων κεφαλαιοκρατικών αγρο-επιχειρήσεων, που πουλούν τα προϊόντα τους στην παγκόσμια αγορά. Ως αποτέλεσμα, η Βενεζουέλα αναγκάζεται να εισάγει το 70% της εγχώριας κατανάλωσης τροφίμων». (Venezuela: the struggle against food sabotage begins, now expropriate the monopolies!)

Η λεγόμενη «διατροφική κρίση» είναι το αποτέλεσμα της ιδιαίτερης κατάστασης της Βενεζουέλας. Από τη μία μεριά, η κυβέρνηση δεν έχει εισβάλει πολύ - μέχρι τώρα - στην ατομική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής, αλλά από την άλλη μεριά προσπαθεί να επιβάλει κανονισμούς και ελέγχους για να απαντήσει στην επαναστατική πίεση που δέχεται από τις μάζες. Έτσι δημιουργείται μία ιδιαίτερη οικονομική κατάσταση, όπου ο Καπιταλισμός δεν μπορεί να λειτουργήσει «φυσιολογικά», ενώ ούτε γενικός σχεδιασμός της εθνικής οικονομίας είναι δυνατός, καθώς οι βασικοί μοχλοί της οικονομίας παραμένουν σε χέρια ιδιωτών. Επιπροσθέτως, και σε συνδυασμό με τα παραπάνω, υπάρχουν οι προαναφερθέντες παράγοντες: κερδοσκοπία, δολιοφθορά εκ μέρους των καπιταλιστών, αποθησαυρισμός των τροφίμων και η μαύρη αγορά.

Ελλείψεις συνοδεύονται από τσουχτερό πληθωρισμό. Στο Καράκας οι τιμές των τροφίμων έχουν αυξηθεί κατά 49.9% σε ένα χρόνο. Η τιμή ενός κιλού κρεμμυδιών είναι τώρα (σχεδόν 4€), πολύ περισσότερο σε σχέση με τις περισσότερες δυτικές χώρες (όπου οι μισθοί είναι πολύ υψηλότεροι από ότι στη Βενεζουέλα). Το ίδιο ισχύει με άλλα βασικά διατροφικά προϊόντα, όπως το κρέας, το μαγειρικό λάδι, η πάπρικα και το ρύζι. Σύμφωνα με το Εθνικό Ινστιτούτο Στατιστικής, η «canasta alimentaria normative», το ελάχιστο κόστος ζωής (ή καλάθι της νοικοκυράς) αυξήθηκε από 647,23 Bolivars τον Ιανουάριο του 2008 σε 895,06 το Δεκέμβριο του 2008, χωρίς την ταυτόχρονη αύξηση στους μισθούς, με αποτέλεσμα τη μείωση της αγοραστικής δύναμης των Βενεζουελανών εργατών.

Αυτός ο συνδυασμός μεταξύ ελλείψεων τροφίμων και πληθωρισμού δημιουργεί μία πολύ επικίνδυνη κατάσταση, από τη σκοπία της επανάστασης, επειδή χτυπά τα φτωχότερα κοινωνικά στρώματα και υπονομεύει την υποστήρηξη για την κυβέρνηση.

Παρά την προσπάθεια εκ μέρους της κυβέρνησης να επενδύσει στην αγροτική οικονομία, για να εξαρτάται λιγότερο από τις εισαγωγές, τη κατάσταση έχει επιδεινωθεί. Ο αναδασμός της γης της κυβέρνησης ήταν αρκετά μετριοπαθής και υπολείπεται όσων απαιτούνται για να ικανοποιηθούν οι πιο βασικές ανάγκες της εθνικής δημοκρατικής επανάστασης. Το 2001 πέρασε νόμος αναδασμού της γης και, αν και προκάλεσε την οργή των γαιοκτημόνων (πολλοί από τους οποίους έχουν σχέσεις με πολυεθνικές εταιρείες ή είναι τοπικοί αντιπρόσωποί τους), περισσότερο από το 80% των γεωργικών εκτάσεων εξακολουθεί να ελέγχεται από λιγότερο του 5% των κτηματιών.

Η θεωρία της Διαρκούς Επανάστασης έγινε πραγματικότητα

Για δεκετίες η βενεζουελανή αστική τάξη και οι γαιοκτήμονες δρούσαν και εξακολουθούν να δρουν ως απόλυτα παρασιτική τάξη. Αντί να χρησιμοποιούν τις τεράστιες αγροτικές πηγές πλούτου της Βενεζουέλας και το γόνιμο έδαφός της για να καταστήσουν τη χώρα αυτάρκη σε τρόφιμα, η αστική τάξη έχει διατηρήσει μια κατάσταση, στην οποία τα περισσότερα τρόφιμα εισάγονται από τη Βραζιλία, την Κολομβία, τις Η.Π.Α., τον Καναδά και άλλες χώρες. Στην πραγματικότητα, σύμφωνα με επίσημα νούμερα, τη παραγωγή τροφίμων αποτελούσε λιγότερο από το 6% του Α.Ε.Π. το Μάιο του 2005.

Οι Βενεζουελανοί γαιοκτήμονες δρουν σύμφωνα με τα συμφέροντα των μεγάλων αλυσιδών σουπερμάρκετ, τα οποία έχουν σχέσεις με πολυεθνικές εταιρείες παραγωγής και διανομής τροφίμων. Για δεκαετίες συνήθιζαν να διαχειρίζονται - όχι να παράγουν. Και το ίδιο πρότυπο συνεχίζεται σήμερα. Παρά τις προσπάθειες της κυβέρνησης να δημιουργήσει εναλλακτικές αλυσίδες σουπερμάρκετ, κάτι τέτοιο αποδείχθηκε απόλυτα ανεπαρκές. Από τη μία πλευρά υπάρχουν σχετικά λίγα τέτοια σουπερμάρκετ και συχνά πρέπει να περιμένει κανείς με τις ώρες στην ουρά. Από την άλλη πλευρά, συχνά πολλά βασικά τρόφιμα λείπουν από τα ράφια της Mercal και της PDVAL. Έχουν επίσης υπάρξει υποθέσεις διαφθοράς και λαθρεμπορίου από γραφειοκράτες στη Mercal.

Πρόσφατα, ένας εργάτης στη Mercal, και ταυτόχρονα μέλος του PSUV, ο οποίος εξέφραζε τις διαμαρτυρίες του ενάντια σε αυτές τις πρακτικές, απήχθη και δολοφονήθηκε από αγνώστους. Το γεγονός αυτό υπογραμμίζει τον αστικό χαρακτήρα του κράτους και το γεγονός ότι δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως όργανο για τη διεξαγωγή της επανάστασης και ούτε καν ως όργανο για να λάβει τα στοιχειώδη προοδευτικά μέτρα. Η Mercal και η PDVAL θα μπορούσαν να λειτουργήσουν αποτελεσματικά εάν η παραγωγή των τροφίμων βρισκόταν υπό τον έλεγχο των εργατών και του λαού γενικότερα. Αλλά ενώ δεν δημιουργείται ένα νέο επαναστατικό κράτος και ενώ το παλίο κράτος, κληρονομία της 4ης Δημοκρατίας, παραμένει, ο καρκίνος της διαφθοράς και της γραφειοκρατίας θα συνεχίζει να υποσκάπτει τα προοδευτικά σχέδια που ο Τσάβες προσπαθεί να πραγματοποιήσει.

Η ανικανότητα της βενεζουελανής αστικής τάξης να προαγάγει τη Βενεζουέλα ως έθνος και να μειώσει την εξάρτησή της σε εισαγωγές είναι η κύρια αιτία της λεγόμενης «διατροφικής κρίσης». Αποτελεί λαμπρή επιβεβαίωση της θεωρίας της Διαρκούς Επανάστασης, που εκπονήθηκε από το Ρώσο επαναστάτη Λέον Τρότσκι το 1904. Η θεωρία αυτή, για την οποία ο Τσάβες έχει μιλήσει περισσότερες από μία φορές, υποστηρίζει ότι στις αποικιοκρατικές και ημιαποικιοκρατικές χώρες, όπου η αστική τάξη εισήλθε όψιμα στο ιστορικό προσκήνιο, η αστική αυτή τάξη είναι ανίκανη να εκπληρώσει τις βασικές προϋποθέσεις της εθνικής-δημοκρατικής επανάστασης. Είναι υποταγμένη στους συντηρητικούς γαιοκτήμονες, τους τραπεζίτες και τον ιμπεριαλισμό. Υπάρχουν χιλιάδες δεσμοί που τους ενώνουν. Έτσι, είναι ουτοπικό και αντιδραστικό να πιστεύει κανείς ότι υπάρχει κάτι που λέγεται «εθνική, πατριωτική αστική τάξη» στη Βενεζουέλα, που μπορεί να αποτελέσει σύμμαχο στη μάχη κατά του ιμπεριαλισμού.

Περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη φορά, η βενεζουελανή επανάσταση συγκρούεται κατά μέτωπο με την ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής. Η ατομική ιδιοκτησία είναι εμπόδιο για την εθνική κυριαρχία στον τομέα της παραγωγής τροφίμων. Προκειμένου να εκπληρώσει τις βασικές προϋποθέσεις της εθνικής-δημοκρατικής επανάστασης, η εργατική τάξη - ηγούμενη της αγροτιάς που την ακολουθεί - πρέπει να τεθεί επικεφαλής της επανάστασης και να συντρίψει τα απομεινάρια της ατομικής ιδιοκτησίας και της παλιάς αστικής κρατικής μηχανής. Μόνο με αυτόν τον τρόπο μπορούν να καθιερωθούν μια αποτελεσματική κτηματική μεταρρύθμιση και η βιομηχανοποίηση της αγροτιής οικονομίας, που μπορεί να δώσει τεράστια ώθηση στην εγχώρια παραγωγή τροφίμων. Και κατ' αυτόν τον τρόπο η εθνική-δημοκρατική επανάσταση θα εξελιχθεί στη Σοσιαλιστική επανάσταση. Με αυτή την έννοια, η βενεζουελανή επανάσταση θα γίνει «μόνιμη». Αυτό είναι το πραγματικό δίδαγμα της τρέχουσας διαμάχης για τα χωράφια ρυζιού.

Υπάρχει κι ένα ιστορικό παράδειγμα, που επιβεβαιώνει αυτό το βασικό αξίωμα. Στην Κούβα το 1959 η επανάσταση ξεκίνησε ως εθνική-δημοκρατική επανάσταση. Στην πραγματικότητα το αρχικό πρόγραμμα του Movimiento 26-J (Κίνημα 26 Ιουλίου) του Φιντέλ Κάστρο ήταν ένα πρόγραμμα αστικής δημοκρατίας. Αλλά προκειμένου να εκπληρώσει τις στοιχειώδεις προϋποθέσεις της εθνικής-δημοκρατιής επανάστασης, ο Φιντέλ Κάστρο συγκρούστηκε με τα συμφέροντα των γαιοκτημόνων, της αστικής τάξης και των πολυεθνικών. Στην πραγματικότητα η δολιοφθορά εκ μέρους των αμερικανικών πετρελαϊκών εταιρειών και διυλιστηρίων ζάχαρης, σε συνδυασμό με τη στρατιωτική παρέμβαση του ιμπεριαλισμού ήταν αυτό που οδήγησε στην κρατικοποίηση των μέσων παραγωγής στην Κούβα το 1960-61. Για να προστατευθεί η Κούβα από εξωτερικές παρεμβάσεις και για να επιτευχθεί αναδασμός της γης, να τεθεί ένα τέλος στη διαφθορά κ.ο.κ., ήταν απαραίτητο να πάρει τον έλεγχο των καθοριστικών τομέων της οικονομίας και να διακηρύξει ότι η επανάσταση στην Κούβα ήταν πράγματι μια Σοσιαλιστική Επανάσταση. Απλά δεν υπήρχε άλλος τρόπος.

Ανάγκη για μία επαναστατική ηγεσία του εργατικού κινήματος

Δεν είναι προδιαγεγραμμένο ότι οι ίδιες εξελίξεις θα λάβουν χώρα στη Βενεζουέλα. Ωστόσο, αυτό εξαρτάται και από την ηγεσία του εργατικού κινήματος. Για σχεδόν 3 χρόνια η UNT (Εθνική Ένωση Εργατών) έχει παραλύσει από έναν εγκληματικό διχασμό ανάμεσα σε διάφορες κλίκες που επιδιώκουν προνόμια και καριέρα αντί να προάγουν το κίνημα. Ο Orlando Chirino, του οποίου οι σεχταριστικές πολιτικές τον οδήγησαν να συνηγορεί υπέρ της αλλοίωσης ψηφοδελτίων στο πρόσφατο συνταγματικό δημοψήφισμα, έπαιξε έναν ιδιαίτερα βλαπτικό ρόλο.

Ενώ η κυβερνητική εκστρατεία κατά της έλλειψης τροφίμων παρέχει στο βενεζουελάνικο συνδικαλιστικό κίνημα μια χρυσή ευκαιρία να ξεκινήσει μια εκστρατεία κατάληψης εργοστασίων και εργατικού ελέγχου, οι λεγόμενοι «ηγέτες» αναλώνονται στην προσπάθεια να υποσκάψει ο ένας τη θέση του άλλου.

Εργάτες σε όλη τη Βενεζουέλα απαιτούν ενότητα και δράση. Ένα άρθρο που δημοσιεύτηκε την 1η Δεκεμρίου 2008 στην El Universal έδειξε ότι το 2007 είδε τη μεγαλύτερη αύξηση σε νέες συνδικαλιστικές οργανώσεις εδώ και 15 χρόνια. Το ίδιο άρθρο εξηγούσε πως οι απεργιακή δραστηριότητα είχε αυξηθεί κατά 13.6% σε ένα χρόνο.

Οι αρχές του 2009 χαρακτηρίστηκαν επίσης από σημαντικούς αγώνες. Ο πιο χαρακτηριστικός απο αυτούς ήταν αναμφίβολα ο αγώνας στην αυτοκινητοβιομηχανία, όπου τα εργοστάσια των Mitsubitshi και Vivex καταλήφθηκαν από εργάτες. Το γεγονός αυτό οδήγησε και σε άλλες καταλήψεις, όπως του εργοστασίου της Toyota. Ακριβώς όπως και στον τομέα των τροφίμων, το κύριο χαρακτηριστικό αυτών των αγώνων ήταν η αντίσταση των εργατών στο μποϊκοτάρισμα και το σαμποτάρισμα των καπιταλιστών.

Αυτό που χρειάζεται να γίνει, είναι η UNT να ξεκινήσει μια εθνική εκστρατεία καταλήψεων εργοστασίων στο πνεύμα του υπέροχου αυθόρμητου κινήματος κατά του lockout των αφεντικών το 2002-2003. Αυτό πρέπει να γίνει σε συνεργασία με το FNCEZ (Εθνικό Αγροτικό Μέτωπο του Ezequiel Zamora), οργανώνοντας ταυτόχρονα καταλήψεις γης. Η κυβέρνηση έχει κάνει βήματα προς της σωστή κατεύθυνση. Οι εργάτες πρέπει να ανταποκριθούν κάνοντας τα λόγια πράξη.

Μόνο με την κατάργηση του καπιταλισμού θα μπορούσε η βενεζουελάνικη οικονομία να αρχίσει να οργανώνεται δημοκρατίκα. Όταν ο Τρότσκι ερωτήθηκε το 1937 πώς θα ήταν δυνατό να νικήσει η ισπανική επανάσταση, απάντησε κατ' αυτόν τον τρόπο: «Ο μόνος δυνατός τρόπος να εξασφαλιστεί η νίκη στην Ισπανία είναι να πει κανείς στους χωρικούς: «Το ισπανικό έδαφος είναι το δικό σας έδαφος». Να πει στους εργάτες: «Τα ισπανικά εργοστάσια είναι τα δικά σας εργοστάσια». Αυτή είναι η μόνη πιθανότητα να διαβεβαιωθεί η νίκη» (The Case of Leon Trotsky). Το ίδιο ισχύει για τη Βενεζουέλα σήμερα!

09 Μαρτίου 2009

Μετάφραση Χάρης Μασαούτης